Αυτος που δεν παιρνει χαμπαρι απο χειρονακτικες εργασιες.

-Πιασε λιγο το σταυροκατσαβιδο απο τα εργαλεια

-Το ποιοοοο?

-Το κατσαβιδι για τις σταβρωτες βιδες ρε γιαμπανα

Got a better definition? Add it!

Published

#1
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

< τουρκ. yaban = αγριότοπος / άγριος / ξένος / αυτοφυής. Yabana atmak = απαξιώνω, δεν δίνω σημασία. Yabana söylemek = χαζολογώ, λέω βλακείες.

Στο νέτι εντόπισα 2 περιπτώσεις της λέξης με απαξιωτική χροιά (βαργέμαι να λινκάρω ), όπως κ σε διάφορες ντοπιολαλιές το ιδιωματικό επίρρ. γιαμπανά = μάταια, άδικα. Η Δ. Σωτηρίου στα Ματωμένα Χώματα το χωρίζει αδικαιολογήτως σε δύο λέξεις, σαν να υπήρχε ελλην. επίδραση ( Άμα είδαν κι απόειδαν πως πήγαινε για μπανά η ζωή τους, είπανε να ξενιτευτούνε να λευτερωθούν από τον τσιφλικά ).

#2
donmhtsos

Δὲς ἐπίσης καὶ αέρα μπανά.