Προέρχεται από την λίγδα και το κοκορέτσι. Είναι βρώμα που παρατηρείται στα δόντια ενός ανθρώπου μετά από ανελέητο γλέντι του Πάσχα.

- Ρε τι έχουν τα δόντια σου; Μπόχα;
- Όχι ρε, έφαγα οβελία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
jesus

να υπήρχε κ το λήμμα στο παράδειγμα...

#2
jesus

ο άνιθρωπος στο λήμμα είναι υβριδικό ον ή ορθογραφικό λάθος;;;

#3
Επισκέπτης

theooooooooos

#4
protnet

Λίγδα κανονικά είναι το χοιρινό λίπος. «Οι Σαρακατσάνοι κάνουν παραδοσιακά το τυρόψωμο με λίγδα αντί για λάδι ή βούτυρο»

Οπότε όταν λέμε μεταφορικά «τα μαλλιά του είναι λιγδιασμένα»ή «φοράει λιγδιασμένα ρούχα» αναφερόμαστε κυρίως σε λιπαρή βρώμα.

Πάντως το λιγδοκοκόρετσο εμένα μου κάνει περισσότερο σε κυριολεκτικό δηλαδή κοκορέτσι με πολύ λίπος.