Παρετυμολογημένος εκ του «επιτυχία» ορισμός για το πτυχίο, πολλάκις χρησιμοποιούμενος από θειούς, θειές και γιαγιαδοπαπούδες ανά την επικράτεια, οι οποίοι το λένε έτσι και συμπεριφέρονται γενικότερα σαν να συνεννοούνται ταυτόχρονα με μυστηριώδεις τρόπους.

Ον δι άδερ χάντ λέτε να ξέρουν κάτι παραπάνω από μας και να εννοούν «επιτοίχιο», αφού εκεί τελικά εκεί θα καταλήξει κορνιζαρισμένο;

Απα πα, το παιδί δεν είχε σου λέω κανένα μέσον. Το επιτυχίο του μόνο του «έδωσε» τη θέση στην Μ.Κ.Ο. «Κάνε Μια Καλή Πράξη: Ξύσε Τ' αρχίδια Του Συναδέλφου Σου Που Τρώει Τα Νύχια Του» .

Λέγεται ότι η Θάλεια Δραγώνα δεν εχει πτυχίο , μόνο επιτοίχιο. (από perkins, 02/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified