1.Όταν κάποιος λέει ψέματα.

-Ο Γιάννης δε θα έρθει γιατί θα κάτσει να διαβάσει.
- Πάλι τσιμιτσελιάζει ;


2.Όταν κάποιος κάνει το χαζό η ότι δεν καταλαβαίνει εσκεμμένα.


3.Όταν κάποιος κάνει κωλοτουμπα σε μια συμφωνία .

-Είχαμε πει μισά μισά τα τσιγάρα.
- Αυτά μείνανε τώρα ..
- Αντε ρε τσιμιτσέλη

Συνώνυμα : ψεύτης , κωλοτουμπας , παπατζης , τόγιας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified