#1
vikar

in γλειφομουνάκιας

(Βρε το ξέρω, απλά περνάνε απο δώ και πιτσιρίκια που μας παίρνουνε στα σοβαρά.)

#2
vikar

in γλειφομουνάκιας

Εξ άλλου, η γλώσσα ούτε κουράζεται, ούτε πέφτει!

δονμήτσος

Όπα δονμήτσο μου, φάουλ! Αστεία-αστεία, αλλα μή διαδίδουμε αναλήθειες, υπάρχουνε κι' άγουρα κοριτσάκια που τους είπαν η μαμά τους θα τα κλέψει ο πρίγκιπας στο άσπρο άλογο, ο πρίγκιψ με την ακούραστη γλώσσα, που όλα τ' αλέθει, όλα τα καρτερεί, απλήγιαστη μένει, άγχη διαλάει, έτη και έτη απο κόμπλεξ, χριστιανίλα, ντιβιλίκι και ντροπές κι' αγαμησιά κατανοεί, εις τον αιώνα τον άπαντα -«κι' άς μή χύσει τελικά»!...

Δέ 'ναι σωστά αυτά τα πράματα, με εννοείς. Σά να πείς στη γκόμενα: «εξάλλου, το στόμα ούτε ξεραίνεται, ούτε στενεύει»· μπορεί να το πείς γι' αστείο, αλλα δέν ξέρω αν θα γελάσει. Κι' άμα το πείς σοβαρά, σχολιαρόπαιδο θά 'σαι ή στόκος που νομίζ' η γή ειναι επιπεδη.

Και εν πάση περιπτώσει, είναι βέβαια όλα θέμα εξάσκησης, και πράγματι η γλώσσα αποδεικνύεται ανθεκτικότερη σε συγκεκριμένου τύπου εργασίες και χαρές, αλλ' αυτό ειν' το θέμα, δέν αρκεί το μεράκι. (Άλλη κουβέντα, για άλλου τύπου σάιτ.)

#3
vikar

in χαλαρό ποτό

Γειά σου ρε κύριε Ζάκκης.

Να πούμε οτι το χαλαρό ποτό σημαίνει πολλές φορές «σε χαλαρό μέρος», επιθυμία που κάποιες φορές έχουμε κι' ας μήν είμαστε και τόσο χαλαροί οι ίδιοι.

#4
vikar

in συγκούρβουλοι

Στο τρίτο παράδειγμα πάντως, το ξεκουρβουλώνω με πάει στο ξεχαρβαλώνω.

#5
vikar

in παρθένα

Και πάνω λεγότανε στα χρόνια μου πολύ. Και λέγεται ακόμα υποθέτω.

Και όχι μόνο στο μπάσκετ ή στη μπάλα, αλλα σε κάθε παιχνίδι που μένει ο άλλος άποντος, ανάλογα τί σημαίνει αυτό στο εκάστοτε παιχνίδι (να μή σταυρώσει μπάλα στο μπιλιάρδο πιχί).

#6
vikar

in καλικατσούνες

Ε ναί ρε, «φίλος», είχαμε δεθεί μ' αυτά και με κείνα, τί θες τώρα;

#7
vikar

in καλικατσούνες

Κατσουνούι μού 'χε πεί φίλος κύπριος την περισπωμένη, θυμάμαι.

#8
vikar

in καλικαντζούρια

Αυτά εγώ τα ξέρω καλικαντζούρες εντωμεταξύ, και παίζουνε πολύ και στο ίντερνετ (και όχι μόνο ως λέξη...). Νά μια πρόσφατη επίσημη εμφάνιση:

Ο Μέλερ άρχισε να ξεφυλλίζει μιά μεγάλη ατζέντα, έγραψε κανα δυό καλικαντζούρες σ' ένα χαρτί και το έδωσε στον Γέλμ.

Άρνε Ντάλ, «Μίσος και αίμα», Μεταίχμιο 2012, μετάφραση Γρ. Κονδύλη

Υπάρχει και αυτό το βιβλίο που μιλάει για τη φράση, αλλα δέν το έχω -άν κανένας χριστιανός, ας μας πεί.

Τα καλικαντζούρια ως τύπος είναι ουσιαστικά ήδη παπαδιαμαντικός, με τη σημασία όμως «καλικάντζαροι».

Ἡ Πλανταροὺ ἤρχισε τότε νὰ μέμφεται πικρῶς τὸν υἱόν της διὰ τὴν τόλμην καὶ τὴν ἀποκοτιά του. Τί ἤθελε, τί γύρευε, τέτοιες μέρες, νὰ κάμῃ ταξίδι; Δὲν ἄκουε, ὁ βαρυκέφαλος, τὴ μάννα του, τί τοῦ ἔλεγε. Ἀκόμη τὰ Φῶτα δὲν εἶχαν ἔλθει. Ὁ Σταυρὸς δὲν εἶχε πέσει στὸ γιαλό. Τὸν ἀβάσταχτο εἶχε; Δὲν ἐκαρτεροῦσε ὁ ἀπόκοτος δύο τρεῖς ἡμέρες, νὰ φωτισθοῦν τὰ νερά, ν᾽ ἁγιασθοῦν οἱ βρύσες καὶ τὰ ποτάμια, νὰ φύγουν τὰ σκαλικαντζούρια; Καλὰ νὰ πάθῃ, γιατὶ δὲν τὴν ἄκουσε.

Αλ. Παπαδιαμάντης, «Φώτα - ολόφωτα», 1894, απο δώ

(Δεινέ, το νού σου! ξύπνησα...)

#9
vikar

in κολάντζα

Επίσης, φαίνεται να χρησιμοποιείται πέραν του στίβου, με τη σημασία πάλι «κακός ερασιτέχνης» ας πούμε, «άτεχνος», «άμπαλος»:

μωρή κολάντζα, θες μαγιάτικο με demka 6.25?? διότι για μένα είσαι κολάντζας που το ψάρι δεν πέταξε τη βέργα στα πρώτα τινάγματα. άλλη φορά για μαγιάτικα με χοντρή βέργα και μεγάλα φτεράκια. κολάντζα.

απο φόρουμ που θα διαβάζουν και μανάβηδες

(σόρι για τ' απανωτά)

#10
vikar

in κολάντζα

Δέν το είχα ξανακούσει και το έψαξα στα πεταχτά. Βρίσκω την εξής αναφορά ονλάιν, που δίνει και ορισμό:

όπως λέγεται στον στίβο, «κολάντζες», δηλαδή αθλητές που απλώς συμπληρώνουν τον απαιτούμενο αριθμό συμμετοχών, με βέβαιη την κατάταξή τους στους ουραγούς

εδώ

Αλλα ρε γαμώτ', απ' το εργαστήρι του μπουζουκοποιού στο μαραθώνιο;... τί παίζει;

#11
vikar

in κολάντζα

Λέξη οργανοποιών να χρησιμοποιείται στο στίβο;!...

#12
vikar

in πουλεύω

Συμφωνώ, σίγουρα υπάρχει τουλάχιστον επίδραση απ' το πουλί. Το λέει και ο Σαραντάκος εκειπέρα ήδη πλάκα-πλάκα, τώρα που το ξαναβλέπω.

Η αλήθεια είναι οτι δέν ξέρουμε (εγώ τουλάχιστον) για το τί ειπώθηκε πρώτα, και ποιά κουβέντα επέδρασε σε ποιά. Έχω την εντύπωση οτι το πουλεύω είναι καινούργιος σχηματισμός (μ' αυτήν τη σημασία αν μή τι άλλο), αλλα θέλει ψάξιμο.

#13
vikar

in κόκαλα έχει ο καφές;

Παλιά ναί, αλλα την ακούω αρκετά συχνά, συνήθως με τον καφέ ν' αντικαθίσταται απ' αυτό που αργεί:

Μα τι κάνει κι αυτός ο Λάσκος; Κόκαλα έχει εκείνο το γαμημένο το άρθρο για την αναγκαιότητα του κομμουνισμού σήμερα;

απο ιστολόι

Κόκαλα έχει αυτή η επανάσταση; Από δω την ψήνουμε, από κει τη μαγειρεύουμε, ωμή παραμένει. Και να, τώρα θα παραιτηθούν, και να, τώρα θα φύγουν με τα ελικόπτερα, και να, τώρα θα μπούμε στα ανάκτορα και θα τους χώσουμε το παντεσπάνι στον πρωκτό, και να, τώρα θα τους ρίξουμε δυο μούντζες φωνάζοντάς τους κλέφτες και θα τους κλάσουμε μια μάντρα όρχεις. Όρχεις. [...] Τίποτα δε θα κάνουμε. Αφού δεν έχει συμβεί μέχρι τώρα, δεν έχουμε και πολλές ελπίδες.

από δώ

#14
vikar

in βιντατζιά

Όχι ρε Χάν!... Πού το τσίμπησες αυτό;...

#15
vikar

in το λέει κι η λέξη

Άσχετο: πολύ μου άρεσε το λεγκάτο στο «παλαίουρικα».

#16
vikar

in σταθεροτυρόπιτα

Α έλα ρε, άλλο τραγούδι το ένα άλλο το άλλο... Όκ κέικ.

η μακαρονάδα είναι το εύκολο χορταστικό φαΐ, το οποίο μπορείς να το κάνεις εντελώς σκατά μόνο κάποιες ώρες μετά την κατανάλωσή του.

Ψέμα! Μιλάω απο πείρα...

#17
vikar

in σταθεροτυρόπιτα

Ναι-ναί, σωστός. Εγώ πλάκα-πλάκα το ήξερα με Γεντί Κουλέ αντί για Ωρωπό, τί παίζει;

#18
vikar

in καλικαντζούρια

Εσύ να προσέχεις, γιατι άμα εγώ πιώ καφέ, αρχίζω και κάνω φοβερά ταπώματα εγώ, και θα σε νικήσω!...

#19
vikar

in σταθεροτυρόπιτα

Πολύ καλό! Δέν τό 'χω ακούσει.

Ενδιαφέρον οτι υπάρχουν προηγούμενα του ίδιου τύπου, να δηλώνεις επανάληψη και ρουτίνα με βάση το διαιτολόγιο, πιχί:

κατά τα άλλα μια από τα ίδια! Τρίτη-Πέμπτη μακαρόνια που λέμε…

εδώ

(που παρεμπιπτόντως έχω ακούσει διαζώσης κάποιες φορές μ' αυτήν τη σημασία, άν και μάλλον λέγεται συχνότερα σε συμφραζόμενα φυλακής).

#20
vikar

in καλικαντζούρια

Διαβάζω την πρώτη πρόταση: «Γραφικός χαρακτήρας δυσνόητος, ασαφής και ακατάληπτος, αλλά κυρίως άθλιας εμφάνισης». Και συνεχίζω: «Γράμματα που η όψη τους χαλά την εικόνα του χειρόγραφου και το καθιστά δυσανάγνωστο, απεχθές προς ανάγνωση, έως και μη αναγνώσιμο», και είμαι σε φάση «εεεεεέ;!»...

Κατόπιν τούτου κατάλαβα οτι χρειάζομαι επιτέλους καφέ.

#21
vikar

in φουρκάδα

Εξού και το μπαϊφουρκέσιον λοιπόν, που λέγανε και στο σχολειό μου στο χωριό. Μά'ιστα.

#22
vikar

in σβόλι

(hά, ο Τριαντά το απλογραφεί με όμικρον, δέν τό 'ξερα)

#23
vikar

in σβόλι

Απ' το σβώλος σε φάση;

#24
vikar

in φασισμός

Γερό. Προσπαθώ να σκεφτώ άλλα τόσο στιβαρά παραδείγματα (θα υπάρχουν, δέ μου κόβει όμως τέτοια ώρα). Συνήθως τέτοιες μετωνυμίες είναι πτερόεσσες.

#25
vikar

in σταλίζω

Τί γράφει ρε παιδιά ο Τριαντά εκεί; έχουμε κάνα φαρμακοποιό στην παρέα;

...

«για τα κοπάδια που ησυχάζουν στη σκιά, στη ζέστη του μεσημεριού»;...

#26
vikar

in αμαλαγιά

(θα του το ματιάξτε)

#27
vikar

in φάνγκερλινγκ

Βρε τάτσι-μήτσι-κότσι θα τα βρούμε, μήν ανησυχείς.

#28
vikar

in σταλίζω

άπ, με πρόλαβες χάν

#29
vikar

in σταλίζω

Τα γνωστά λεξικά πάντως λένε «άγνωστου ετύμου» για το σταλίζω. Ο δέ Μπαμπινιώτης, πιθανολογεί λέει και να έχει σχέση με μία λέξη στάλιξ, που σήμαινε «πάσσαλος». Το στάλα τώρα, εντάξει, βγαίνει απ' το σταλάζω, που βγαίνει απ' το στάζω, για το οποίο όμως και πάλι δέν μας λέν τα λεξικά για παραπέρα.

Σίγουρα η εξήγηση του παρασυνταξία στον ορισμό, άν και εύλογη, φαίνεται πλέον μάλλον παρετυμολογία -και για νά 'μ' ειλικρινής, ούτε γώ ειχα ακούσει το σταλίζω ποτέ.

#30
vikar

in πιάνω μαλλί

Τί έγινε ρε παιδιά; ούτε μιά φωτό;...

Ε να βάλω εγώ μία, έναντι: