Τα' χαμε χύμα, μας ήρθανε και τσουβαλάτα.
Ισπανιστί: Eramos pocos y pario la abuela (ήμασταν λίγοι, γέννησε κι η γιαγιά).
Ανιψούδιμ' κοίτα μη γίνει κανα ατύχημα με το κουτί (το περιμένω σαν το άγιο φώς), γιατί θα σε περιλάβω με τη δεκάτομη αυτοβιογραφία της Αλέκας Κανελλίδου...
Τί έκανες αφού ήπιες, το θυμάσαι;
:-Ρ
Εσύ είσαι που χαζογελάς στη φωτογραφία;
:-Ρ
Όπως λέει κι ο αθάνατος Αντόνιο Σάμαρανκ «ποτέ οι κώλοι των ανθρώπων δεν υπήρξαν τόσο σφιχτοί και οι διάμετροι των καμπινέδων τόσο ευρείς»...
Σπέκ λέμε!
Ναι, σκάλισε και τον ξύλινο Τόμπλο (κλπ-κλπ ad nauseam, μας έχει πιάσει οξεία πασχαλίτιδα με φαίνεται)...
Απόψε ψόφησαν οι δυο μου αστρολάβοι κι ο μπούσουλας που' χα με κούραση γυμνάσει...
Δυστυχώς, δεν μας άφησε συνεχιστές παρά μόνον ένα γιό του, που όμως έλαβε το σχήμα και εμόνασε (Tobula rasa) :-Ρ
Ίσως πάλι, επειδή είναι συνήθως σύνθεση πλαστικού με καουτσούκ εισαγόμενο κινέζικο προϊόν, να «έρχεται 'πο πέρα» (απ' τη γέφυρα του Αδάμ στη Νότιο Κίνα)...
Ίσως-ίσως επειδή μόνον οι τουαλέττες των φτωχών βουλώνουν (αφού τρώνε σκατολοΐδια), να βγαίνει απο το ιταλικό povera-πόπερα-ποπέρα (με πτώση του τόνου-μαζί με το σκατό).
Ίσως να βγαίνει απο τον φιλόσοφο Κάρλ Πόππερ, που διετύπωσε την αρχή της διαψευσιμότητας, όταν βούλωσε κάποτε τη λεκάνη σε σπίτι φίλου.
Ίσως τέλος, να προέρχεται απο το σωζόμενο αρχικό κείμενο του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» γιατί τα 'σκιαζε η ποπέρα και τα πλάκωνε η σκατιά...
Mille grazie signore e signori (κάμνει μια ταπεινή ρεβερέντσα και απέρχεται)...
Σπυρί που δε σε τρώει μην το ξείς...
«Παπατζή» έλεγε ο κοσμάκης την δεκαετία του '40 τον «Γέρο της Δημοκρατίας» του '60...
Ο Μίσιος αναφέρει κάποιο Πειραιωτάκι, που πριν το εκτελέσουν, ερωτήθηκε απο το δικαστήριο που το καταδίκασε σε θάνατο, αν έχει καμία τελευταία επιθυμία και απήντησε με την ιστορική έκφραση: «Όταν με ρίξετε να πάρει ο επίτροπος [τότε εισαγγελέας των στρατοδικείων] τ' αρχίδια μου, να τα κάνει καπνοσακκούλα»...
Γνωστό κουίζ:
Στην ερώτηση «θέλετε να γίνετε δωρητής οργάνων;» η απάντηση «πάρ' τ' αρχίδια μου», είναι θετική ή αρνητική;
Προφανώς καταλάβατε οτι το' βγαλα απ' την κουρούπα μου...
Δύσκολα χρόνια, πονηρά...
Τσιγκολελέτα – πράσινα κουφέτα κλπ
Μετά την καταστροφή, είχε το τσαρδάκι του σ’ ένα απόμερο σοκάκι του Καραβάν-σεράι της Σαλονίκης ένας Πόντιος μάστορας σκεπών απο τσίγκο.
Η προσφυγιά πολλή κι η ανάγκη στέγασης μεγάλη. Έπιασε λοιπόν κι έφτιαχνε τσίγκινα σπιτάκια στους τσιγκενέ-μαχαλέδες της Αγίας Φωτεινής, στο ρέμα του Μπιλίρη κλπ, για τους αστέγους τις χήρες και τα ορφανά, που πίνανε νερό στ’ όνομά του (πώς τονε λέγανε ρε γαμώτο;)
Όταν τελείωνε τη δουλειά του, αποθαύμαζε τα σπιτάκια κι έλεγε «τσίγκο λελεύω τα» (δηλ. αγαπώ τα σπιτάκια απο τσίγκο).
Βέβαια, όταν η ψάθα έγινε χαλί και κονόμησε η Σαλονίκη με την Έκθεση και τα τοιαύτα, μπήκε στο μάτι της πολεοδομίας, που της χάλαγαν τη μανέστρα οι ντενεκεδομαχαλέδες (όπως έγινε και με το Εβραϊκό νεκροταφείο που το μπαζώσανε) και του τη στήσανε του τεμέτερου.
Τον κάλεσε σ’ ένα γάμο κάποιος μιλημένος παράγοντας της πόλης και τον δηλητηριάσανε με κάτι σάπια κουφέτα.
Απεβίωσε το 1963 (δυο μέρες πριν την ομιλία του Λαμπράκη) θεοσχωρέστονε...
Έψαχνα να το βάλω ως ακριβή μετάφραση του hobnob, αλλά είχες ήδη προλάβει στην παράγραφο 3...
Έτσι, γλίτωσε το σάιτ απο άλλο ένα σεντόνι κι εγώ θα πάω βολτίτσα να χαρώ την όμορφη μέρα :-)
Καρακατασπέκ!
Δε σε βλέπω ν' ανασταίνεσαι εφέτο :-Ρ