#1
MXΣ

in χύνω

Kαλό μεσημέρι και καλή όρεξη...

#2
patsis

in χύνω

Είναι το μεταβατικό του ρήματος, περνά την επίδραση του υποκειμένου πάνω στο αντικείμενο. Βλ. παραπλήσιο απόσπασμα από το σενάριο της ταινίας The Madness of King George:

[i]- I have you in my eye, sir. And I shall do so until you learn to do as you're told.
- I'm the king. I tell, I'm not told. I am the verb, sir. I am not the object.[/i]

Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, προτείνω να μην τρελαινόμαστε γιατί ο εξουσιασμός ή η ταπείνωση στη γκάβλα μερικές φορές είναι οργανικό και οργασμικό κομμάτι της. Αυτά.

#3
jesus

in χύνω

στην υγειά σου, μχσ.

δε νομίζω ότι είναι αυτή η διαφορά, πάτσις. στον 1ο διάλογο το αντικείμενο είναι το άτομο κ το υπόλοιπο είναι εμπρόθετος τοπικός προσδιορισμός, ενώ στον 2ο το αντικείμενο είναι κατ' ευθείαν το μέρος του σώματος, κ το άτομο είναι ο κτήτορας αυτού. για το ψυχολογικό κομμάτι, απλά διαπιστώνω πώς εκφράζεται η διαφορά.

είχα προσπαθήσει μια φορά να πω σε έναν ραββίνο τι να κάνει κ πήρα παραπλήσια απάντηση.

#4
jesus

in χύνω

(γαμώ τις γειώσεις στον βασιλιά θα ήταν ότι κ τα ρήματα έχουν και υποτακτική, πάντως)

#5
patsis

in χύνω

Ρε! Στον δεύτερο διάλογο δεν υπάρχει αντικείμενο, είναι αμετάβατο! Μην μας ρίχνεις τώρα που πιάσαμε στύση, γέροι άνθρωποι!

#6
MXΣ

in χύνω

O δεύτερος διάλογος είναι άκρως σεξιστικός αφού δεν υπάρχει αντικείμενο.

#7
jesus

in χύνω

είχα στο μυαλό μου την άλλη εναλλακτική, λιγότερο συχνή
- έχυσα τη μάπα της
που τώρα που τη βλέπω ίσως να μη λέγεται καν.

- ρεφορμιστή!!
- όχι και ρε...

καλή χώνεψη, μχσ.

#8
MXΣ

in χύνω

«η μάπα της ήταν χυμένη / έχει χυθεί από εμένα»;

#9
Galadriel

in χύνω

Νταξ το ρίξατε στην ψυχανάλυση το χυσομαπίδι τώρα, πάρτε το αλλιώς πχ να το λέει αυτή τέτοια που είναι: με έχυσε στη μάπα είναι οκ παίζει να το πει στις φίλες της, το μου έχυσε τη μάπα είναι λίγο σαν το μαλάκα με λέκιασε ααααχαχαχα

#10
gaidouragathos

in χύνω

Gala, άνεμος, e-γκάβλας πνέει στο σάη...και μου πήρες το...χυσομαπίδι απ τα πλήκτρα ρε... :Ρ
Και το «με λέκιασε» νταξ είναι...ένας απ τους κυριώτερους σκοπούς της πάστρας, είναι να μπορέσεις να ξαναγουρουνιάσεις με καθαρή τη συνείδηση...

#11
Vrastaman

in μπροστινός κώλος

Εάν τους προσβάλλεις, απειλούν: «Σε έχει ποτέ γαμήσει κανείς με τον μπροστινό κώλο;»

#12
patsis

in καλαμάκι

Ναι, το πέτυχα στο internet κι εγώ.

#13
joe909

in γιατρέ μου

Γιατρέ μου βήχω και κλάνω, λες να πεθάνω;

#14
mafie

in μπροστινός κώλος

Στα αγγλικά λέγεται «camel toe».

#15
mafie

in μπροστινός κώλος

Α, άκυρο, μλκια κατάλαβα :Ρ

#16
MXΣ

in μπροστινός κώλος

Έλα μωρέ, κοντά έπεσες... από μουνί, κωλάρα, που λένε...

#18
patsis

in προβατάκια

Α! Την πρώτη σημασία πήγα να καταχωρίσω σήμερα. Σωστή!

Καλά ρε mafie, είδες τη φωτό και σκέφτηκες αυτό; Είσαι πολύ kinky mafie τελικά! :Ρ

#20
titos

in ξίδι

Το έψαχνα ως «ξύδι» και δεν το έβρισκα, κι αναρωτιόμουν πώς γένιν αυτό. Γι' αυτό και το καταχώρισα στο ΔΠ.

Μήπως να μετονομάσουμε το λήμμα σε «ξίδι, ξύδι»; Πάντως τώρα πήγα στην κουζίνα και το ΤΟΠ το γράφει με γιώτα. Μάστα...

Φχαριστώ allivegp, αν δεν καταχώριζες δεν θα είχα δει ούτε της ironick! ;)

#21
deinosavros

in ξίδι

Ξέρω κι εγώ βρε αφεντικό, τώρα που πήγα και κοίταξα τη φιάλη του όξους στην κουζίνα γράφει απάνω «Κορπή Φυσικό Μεταλλικό Νερό»...

#22
GATZMAN

in πικάρω

Προφ. πρέπει να βγαίνει από το peak (άκρο)->βγάζεις δηλαδή τον άλλον εκτός ορίων.

#23
MXΣ

in πικάρω

μήπως ωρέ είναι από το piccare (it.) - picar (es) = τσιμπάω (σχετ. με πουλιά - ιπτάμενα);

#24
deinosavros

in πικάρω

Ιταλ. piccare = κεντώ, νύσσω, τρυπάω, και κατ' επέκτασιν πικραίνω, θίγω.

#25
deinosavros

in πικάρω

ΜΧΣ, μαζί γράφαμε.

#26
vikar

in βάζω κάτω

Είναι καλό εδώ να αναφερθούν οι συντακτικές διαφορές ανα σημασία: στην 1 και 2 το λήμμα είναι βάζω κάποιον κάτω (κάποιο πρόσωπο), ενώ στην 3 το λήμμα είναι βάζω κάτι κάτω (κάποιο πρόβλημα, κάποια κατάσταση, κάποιο πλάνο...). Υπάρχει επίσης και τρίτη έκφραση, εκείνης της οικογένειας, το βάζω κάτω, με τη σημασία «παραδίνομαι, παραιτούμαι».

Έχει επίσης ενδιαφέρον οτι κάθε μία απο αυτές τις περιπτώσεις έχει πιθανότατα και διαφορετική προέλευση: στην 1 και 2, βάζω κάποιον κάτω, στο έδαφος, δέρνοντας ή γαμώντας (το ίδιο πράμα...), στην 3, μάλλον, βάζω κάτω (ή πάνω στο τραπέζι) τις σχετικές πληροφορίες ωστε να τις μελετήσω, ενώ στην τελευταία σημασία, μάλλον βάζω κάτω το όπλο δηλώνοντας οτι παραιτούμαι.

#27
jesus

in ξίδι

κοίταξα κ γω το ξίδι που έχω δίπλα στο γραφείο κ γράφει stolichnaya элит

#28
MXΣ

in ξίδι

να μην ξεχάσω να αγοράσω ξίδι...

#29
deinosavros

in ξίδι

Καλό τα-ξίδι Χριστέ μου.

#30
deinosavros

in βάζω κάτω

Ετς, πες τους τα να μαθαίνουνε, μην το βάζεις κάτω.