Ως ματζόβολο, χαρακτηρίζουμε κάποιο αντικείμενο που είναι ή μικρό ή εύχρηστο. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για να χαρακτηρίσουμε άτομο, που είναι είτε καλόβολο ή εύκολο στη μεταχείριση (αν μιλάμε για ερωτικό παρτενέρ).
- Παω να φέρω το αμάξι και φύγαμε, ΟΚ; - Ρε, άσε καλύτερα, να πάμε με το δικό μου. Είναι πιο ματζόβολο και δεν θα μας φύγει ο κώλος για παρκάρισμα...
- Έχει έρθει ένα ξαδερφάκι μου από επαρχία και το φιλοξενώ αυτές τις μέρες...
- Πωπω, αναστάτωση, ε;
- Όχι μωρέ... Είναι πολύ ματζόβολος, μια χαρά!- Ρε φίλε, δεν τις μπορώ αυτές τις νταρντάνες... Εγώ την κοπέλα την θέλω να' ναι ματζόβολη, πώς να το κάνουμε...
4 comments
Hank
«Ματζινέβελο» το ήξερα.
ο αυτοκτονημενος
ματζομανίβελο
acg
και μανιτζέβελο ή μανετζεβελο, που στο φιναλε^2 εχει και μια λογικη (απο το manageable). Λεμε τωρα.
ο αυτοκτονημενος
σωστα τα σπρεχαρεις hal