ο Θάνος ρωτάει έναν νάνο...
- Τι ώρα να'ναι ;
- Εε, δεν θα'ναι ;
Γεια σου και σένα Βικαρ με τα ωραία σου (ακούγονται αυτά σαν τα αλληλοπαινέματα που έχουν τα ρεμπέτικα ανάμεσα σε κουπλέ- ρεφρέν).
Στο φιλμ έπαιζε πάντως η αλήστου μνήμης ατάκα (απο Ταμτάκο) ''εμένα ενα πράμα μ'εδιαφέρει, το πράμα της Καριολίνας''.
Δεν το βάζω σαν ορισμό γιατί αι πλεροφορίαι μου είναι ελάχιστες (αν κ είδα οτι δεν υπάρχει καταχωρημενο σαν λήμμα) αλλά ξέρω την λέξη ''καρκαλέτσι'' (που επίσης παίζει και σαν επώνυμο) για το κακάδι της μύτης (μυξούλες, τουτέστιν). Αλλά αγνοώ πόσο ευρεία είναι η χρήση του.
Τρίβια: Απο την Καρκαλού ήταν ο Γιάννης στους Απαράδεκτους, όταν ανακάλυψε απο που κατάγεται.
Κι η έκφραση μετασχηματίζεται σε ''κρεμάω τα γάντια μου'', εαν παίζω τέρμας.
Ιον Αμυγδάλου (Ρουμάνος ζαχαροπλάστης)
Μεσούτ Ταβάζ (Τούρκος ποδοσφαιριστής)
Ραβί Μουνί Σου Ραβανί (Ινδός πλαστικός, πρώην ζαχαροπλάστης)
Μεγάλο Πεύκο (Ινδιάνος καταδρομεύς)
επίσης στις εκφράσεις έπαιζαν τα
Καϊκάκι Ιου Χίου (ιαπωνικά)
τάπα μπανιέρας (σπανιόλικα)
Σακιά μ'ασβέστη (ρώσσικα)
Και μην ξεχνάμε το αραβικό ''τα'χα αλλά τα χάλασα''.
Και η επίγραφη σε πολλά σαφιαριστήρια ''ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΙΚΕΔΕΣ'' (χειρόγραφη, συνήθως)
Τούνεζι εκ Τυνησίας, και Μπαρμπαριά εκ Λιβύης φρονώ. Απο την φυλή των Βερβέρων που ζούσαν στα μέρη αυτά...
Δεν είναι δε τυχαίο, πως ο κώλος ορθογραφείτε με ''ω'', για τον απλό λόγο οτι σαν γράμμα, παραπέμπει εμφανώς στο ανατομικό σχήμα του μαλακού αυτού αξεσουάρ.
[I]''Ήμουνα τότε δόκιμος σ'ένα λαμπρό ποστάλ
και ταξιδεύαμε Αίγυπτο γραμμή Νότιο Γαλλία.
Τότε τη γνώρισα - σαν άνθος έμοιαζε αλπικό -
και μια στενή μας έδεσεν αδελφική φιλία''[/I]
N. Καββαδίας, Μαραμπού.
καθώς και Ζντοβτς (Yuri Zdovc), που στα ελληνικά αποτελείται απο 6 σύμφωνα κ ενα φωνήεν μόνο.
[I]'' Αυτά που λες εγω τ'ακούω βερεσέ τα παραμύθια σου τ'ανθίστηκα πια τώρα και το κατάλαβα πως ήμουνα για σε ο πασατέμπος σου για να περνά η ωρα....''[/I]
Μανώλης Χιώτης, Γιώργος Γιαννακόπουλος ''Ο πασατέμπος''
in Αυτά μας τα 'πανε πολλοί, μας τα 'πε κι ένας Γάλλος... Αν δεν γαμήθηκες μικρός, θα γαμηθείς μεγάλος
[I]Βλέπεις εκείνο το βουνό που βγάζει τον ασβέστη ο π*τσος μου στον κώλο σου κάνει Χριστός Ανέστη[/I]
Ζορζ Πιλαλί ( τραγούδι ''O.D.'')
Το ''Toutatis'' είναι η λατινική μεταγραφή του ονόματος. Θεωρητικά πάντα, οι (νυν) Γάλλοι θα το διάβαζαν ''Τουτατί'', διότι το τελικό σύμφωνο στα αρσενικά είναι άηχο. Εγώ σαν φαν του μικιμάου, ανέκαθεν είχα ένα θεματάκι και κάθε φορά το διάβαζα όπως μου ερχόταν εκείνη την ώρα, τουτέστιν ή Τουτάτη ή Τουτατή (ποτέ Τούτατη, έλεος). Ωστόσο στο τραγουδάκι των Ημισκουμπρίων , ο στίχος πάει ως εξής :
[I]'' κανένας δεν τα βάζει με ημίσκουμπρα Γαλάτη γιατί είμαστε τρελοί, εμείς μα τον Τουτάτη''. [/I]
Αυτό δεν λέει πολλά, διότι η μπάντα φημίζεται για τους παρατονισμούς ωστέ να βγεί η ρίμα, ωστόσο μπορεί να λέει και κάτι. Διότι και η λέξη ''γαλάτης'' απαντάται συχνότατα στο κόμικ, άρα κάλλιστα ένα μικρό παιδί μπορεί να συσχετίσει τις δυο αυτές λέξεις (Γαλάτης, Τουτάτης) και να τονίσει/κλίνει την δεύτερη βάσει των κανόνων της πρώτης. ΟΥΦ!
Πιλαλί, άπειρα ρισπέκτ. Μέγας.
Από το ιταλικό terminare (σταματώ, τελειώνω) και κατ'επέκτασιν το ουσιαστικό termino (απ'όπου και το γνωστό αγγλικό terminal που σημαίνει τον τερματικό σταθμό τρένου, λεωφορείου κ.ο.κ.).
Όπως σωστά επισημάνατε, το λήμμα δηλώνει ακαθόριστη μονάδα χρόνου, αλλά μπορεί να προσδιορίζει και χρονικά το έτος (με την λογική οτι κλείνει ένας χρόνος - πχ. σε 2 τέρμινα = σε 2 χρόνια)
Εξού και το γνωστό (στα 90'ς τουλάχιστον) άσμα των Ζιγκ-Ζαγκ '' παρακάλα, παρακάλα, στο πλεχτό να πάει η μπάλα....''
Κι αν στους απανταχού δημοσιοκάφρους, έκατσε όμορφα το οτι ο πορτογάλος ποδοσφαιριστής Nuno Capucho, σύμφωνα με τους κανόνες προφοράς ακούγεται σαν Καπούσο, δεν συνέβη το ίδιο με τον συνάδερφό του ισπανό Pedro Munitis. Ούτε γράμμα τρώς εκεί, ούτε τόνο αλλάζεις, λούσου τα αγχωμένε σχολιαστή!
Τι μου θύμισες... Μου το έλεγε η γιαγιά μου όταν ήμουν μικρός, μετά από σκανταλιά ή (άνευ λόγου) σπάσιμο νεύρων!
Επίσης εαν αυτός/η που το εκφράζει είναι πέραν του δέοντος τσαντισμένος/η, ενδέχεται να το πει και σαν ''φαρμάκω'' . Κατά το ''τσάκω'' (τσάκωσε) ή το ''κάρφω'' (κάρφωσε).
ΠΧ. '' Φαρμάκω τώρα, μη σε πάρει ο διάολος...''
Όντως, γιατί συχνά ακούγεται και σαν ''νταλαβερίζομαι'', ''εχω νταλαβέρια''. Δηλαδή με λαμδα αντί για ρο. Απ'οσο ξέρω πάντως, η πιο πιθανή προέλευση είναι αυτή που δίνει ο Ντέρτι Τόκιν στον ορισμό. Ενδεχομένως η χρήση του ''λ'' αντί για το ''ρ'' έχει να κάνει με μάγκικη αργκό.
κατσε, το'χω παει για χαμηλωμα.... μολις το παρω ,σουμπιτος εφυγα. Και για κοντρες στην Καβαλας. χαχαχαχα
Έχω ακούσει και την εκδοχή ''εφτά 'σα'παν''' (εφτά ισια πάνω). Το οποίο συμπληρώνεται για μια ολκληρωμένη παραγγελία ως εξής: ''εφτα 'σα'παν κι ενα π' 'ρφάν' ''! (7UP κι ενα που ρουφάνε -τουτέστιν καλαμάκι). Ακραίο αλλά πολύ αστείο....
Στον οποίο ψαρά της ιστορίας μας, ο μανάβης απο απέναντι απαντά (με το ίδιο πάντα σκοπτικό ύφος): ''Μίλα καλάααα......''
...και ο νοών νοείτω ;)
Επίσης το εχω ακουσει και με την έννοια του τελείως άστοχου σουτ (ποδόσφαιρο), σε αλάνα φυσικά ή σε σχολιασμό-καναπέ.
'' Τι αρούκατο σουτ ήταν αυτό ρε, παραλίγο να βγεί πλάγιο άουτ!''
Αν θέλω να είμαι τυπικός, ναι, 1/4 του λίτρου είναι. Εφόσον μιλάμε για υγρά. Έβαλα κιλό λόγω κεκτημένης ταχύτητας (δούλεψε η συνεκδοχή που είπε ο Χεσούς). Αλλά από την άλλη σκέφτομαι τον τυπικό μπάρμπα στο καπηλειό, που θα πει ''παιδί, πιάσε μισό κιλό κρασί''. Προσωπικά, σε τέτοιες συνθήκες δεν έχω ακούσει πολλούς να λένε λίτρο, κι ας εννοούν αυτό.