α) Σπιρουνίζω το άλογο.
β) Βάζω μπρος τη μηχανή, ανάβω τη μίζα.
Προέρχεται από το τσακμάκι (αναπτήρα που βγάζει σπίθα από τσακμακόπετρα και ίσκα=φιτίλι).
Ραψανιώτικη έκφραση.
- - Τσακμάκωσε το μ'λαρ' να φτάσ'με σ(sh)ια κατ'!
- - ...και τσακμάκωνε που λες ο Κώτσος το αυτοκίνητο, αλλά πού να πάρει μπρος, δεν είχε βάλει βενζίνη ο μαλάκας!
4 comments
ο αυτοκτονημενος
παιζη και στο πηροβολο απο τα παλαια καριοφιλια που ειχαν τζακμακοπετρα
Vrastaman
Επίσης η μαλακία, στα Τούρκικα: οtuzbir çekmek («τσακμακώνεσαι» 31 φορές για να τελειώσεις)
GATZMAN
Μετά τα 31 καίγεσαι
theophano
Vrastaman, θεϊκό το σχόλιο, έχω πεθάνει στα γέλια!