Further tags

Δηλώνει ασταθή χαρακτήρα ή αλληλοσυγκρουόμενες υποδείξεις.

Ο Χότζας ήθελε να κατασκευάσει έναν φούρνο. Ο καθένας του έλεγε ότι ο φούρνος για να ψήνει καλά, πρέπει να έχει διαφορετικό προσανατολισμό. Έτσι ο Χότζας αποφάσισε να φορτώσει τον φούρνο πάνω σε ένα γάιδαρο, ώστε να μπορείο να αλλάζει κάθε φορά τον προσανατολισμό του.

Παράδειγμα εδώ Η Εκκλησία δεν μπορεί να αλλάζη σαν τον φούρνο του Χότζα η σαν τους ανεμόμυλους και να γυρίζη κάθε φορά κατά που φυσάει ο άνεμος

Got a better definition? Add it!

Published

Νταλάκι είναι είδος ερπετού και νταλάκας είναι αυτός που έχει φουσκωμένη κοιλιά, αυτός που νταλακιάζει. Η προέλευση δεν είναι σαφής. Μπορεί να αναφέρεται στην επίδραση δηλητηρίου του ερπετού ή στην εικόνα ερπετού, που βαρυστομαχιάζει ύστερα από την κατανάλωση άλλου ζώου, ή σε κοιλιά σαν βάτραχου.

Κείνος που πρόκοψε πολύ ήταν ο Θανάσης ο νταλάκας ή μπακοκοίλης, - όλο κοιλιά ήτανε μικρός. (Όμηρος Πέλλας).

Got a better definition? Add it!

Published

Η φουσκωμένη κοιλιά.

Την έκανα νταλάκα από το πολύ νερό.

Got a better definition? Add it!

Published

Ανήκει στην ποικιλία των Επτανήσων και σημαίνει επί πιστώσει. Προέρχεται από το εν πίστει.

Το μπιστιού κρασί πιο πολύ μεθάει. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Τρομοκρατούμαι, αιφνιδιάζομαι στην ποικιλία της Λευκάδας και της Κεφαλονιάς, ιταλικής προέλευσης.

Εφκείνη σπαβεντάρισε και αρκίνησε να κλαουνίζει, και να λέει ότι δε το ’καμε ξαπόστα. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποικιλία της Κεφαλονιάς, είναι ο άχρηστος, ο βλάκας.

Όντας κόντευα να τελέψω, ξανάρκεται, Κυρά μου, εφκειό το δεούτελο η Τζόγια, να με ρωτήσει που είναι η σκάτουλα με τα κιάκια. Έγώ σκιάχτηκα. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποικιλία της Λευκάδας και της Κεφαλονιάς σημαίνει αμέσως, γρήγορα.

Έρχομαι δελέγκου.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποικιλία της Κεφαλονιάς είναι ο αδιάθετος, ο μισοάρρωστος.

Νιώθει δεβόγιος σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποικιλία της Κεφαλονιάς, τρώω τον δαύλιακα σημαίνει τρώω πάρα πολύ, τρώω τον περίδρομο.

Τον δαύλιακα φάγαμε πάλι σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει αλήθεια, τω όντι στην ποικιλία των νησιών του Ιονίου.

Βαραμέντε τη σκαπουλάραμε.

Got a better definition? Add it!

Published