Συντομογραφία του μπαμπόγρια.
Γυναίκα (κάποιας ηλικίας, ή όχι) που η εμφάνιση της θυμίζει γριά και άσχημη...
Ο χαρακτηρισμός συνήθως δίνεται, από έφηβες απευθυνόμενος απαξιωτικά σε αρκετά μεγαλύτερες γυναίκες, που ο χρόνος έχει αφήσει έντονα τα σημάδια του και που, λόγω ηλικίας κυρίως, έχει χαθεί η φρεσκάδα της πρώτης τους νιότης.
α)
2 δεκαεφτάχρονες στη στάση του λεωφορείου:
-Μωρή, κοίτα την την κωλόγρια, ούτε που μπορεί να σταθεί όρθια...
-Καλά, σου λέω ότι είναι με το ένα πόδι στο τάφο η μπάμπω...
β)
Μαμά: Μαράκι μου πως ήταν η νέα σας φιλόλογος;
Κόρη: Tι... νέα ρε μάνα, παίρνεις τίποτα ληγμένα; Σαν μούμια ήταν η μπάμπω...
6 comments
Vrastaman
παμπάλαιος -> πάμπαλος -> μπάμπαλος («ξεκουτιασμένος») -> μπαμπαλής («εσχατόγηρος») -> μπαμπόγερος / μπαμπόγρια -> μπάμπω
(Από το λεξικό Τεγόπουλου-Φ.)
Ο ΑΛΛΟΣ
@Βραστα: Σοβαρά! Θα φανταζόμουν ότι είναι σλάβικο. Και ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι δεν πάει μπαμπόγρια>μπάμπω αλλά αντίστροφα.
Vrastaman
Ο Μπάμπης θεωρεί ότι είναι εκ του σλαβικού babo (babushka). Έχοντας γνωρίσει τις κυρίες με τις οποίες η μάνα μου παίζει μπιρίμπα κατά βάθος πιστεύω ότι ετυμολογείται εκ του μπαμπουίνος.
GATZMAN
Παίζουν μπιρίμπα σε πολυθρόνες από καλάμι μπαμπού;
ΔΝ
Πάντως το εσχατόγηρος με παραπέμπει αβίαστα στο σκατόγερος... ;D ;D ;D
thnx για την ετυμολογία...
Hank
εσχατόγηρως, ο