ΩΚΥΣ (προφέρεται «ωκύς»): αρχικά των λέξεων «Ωραίοι Και Υπέροχοι Σαλαμίνιοι».

Αναφέρεται στους νέους-μέλη της Πρωτοβουλίας Σαλαμινίων για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην κοιτίδα τους «Η έκκληση των Σαλαμινομάχων» (n.ekklisi.ton.salaminomaxon@gmail.com).

Γενικότερα η λέξη χαρακτηρίζει την νεολαία της Σαλαμίνας και κατ' επέκταση τη νεολαία συνολικά και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την δημιουργία σύνθετών λέξεων ή εκφράσεων, όπως ωκυσάκης (ωκύς και Σάκης ή Άκης), ωκύκουπας (ωκύς και κουπί) κ.λπ.

Η λέξη είναι συνώνυμη της αρχαίας Ελληνικής «ωκύς» που σημαίνει τον ταχύ, τον γρήγορο.

«Ο Αποστόλης, ο ωκύκουπας»:
Έκφραση για τον Αποστόλη Παπανδρέου, Σαλαμίνιο αθλητή της κωπηλασίας, πρωταθλητή Ελλάδας και Βαλκανιονίκη, ένα από τα πρώτα κουπιά της Ελλάδας.

Ωκυσάκης, ο ωραίος και υπέροχος Σάκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Επισκέπτης

Πολὺ μὲ «φτιάχνει» ποὺ οἱ Σαλαμίνιοι νέοι κάνουν τέτοιες λεξιπλασίες. Κάτι δείχνει αὐτό. Τώρα μή μου πῇς ὅτι τὸ Σάκης εἶναι ὑποκοριστικὸ τοῦ Εὐρυσάκης, γιατὶ θὰ πάθω, ὁ ἄνθρωπος.

Εὐρυσάκης: Υἱὸς τοῦ Αἴαντος, ἐγγονὸς τοῦ Τελαμῶνος βασιλέως τῆς Σαλαμῖνος.

Εὐρυσάκης < εὐρὺς + σάκος (=ἀσπίς) = ὁ ἔχων εὐρείαν ἀσπίδα.

σάκος (= ἀσπὶς ἀπὸ ξῦλο ἢ πλεγμένους κλάδους μὲ ἐπικάλυψι δέρματος ἢ/καὶ μετάλλου) νὰ μὴ συγχέεται μὲ τὸν σάκκο (=τρίχινο, χονδρὸ ὕφασμα, ἔνδυμα ἀπὸ τέτοιο ὕφασμα [> σακκάκι], κόσκινο, τραχεία γενειάς).

Ἡ ἀσπίδα τοῦ Εὐρυσάκη (ἀνῆκε πρῶτα στὸν πατέρα του) εἶχε ἑπτὰ στρώσεις βοείου δέρματος καὶ μία ἀπὸ μέταλλο (ἐδῶ ἐμπεριέχεται καὶ ὁ μυθολογικὸς συμβολισμός, ποὺ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὶς κυριολεκτικὲς ἑρμηνεῖες τῶν μύθων).

#2
Khan

#3
Επισκέπτης

Ἄπαικτος Khan

#4
Μιτζνούρ

Ο Aias.ath πολύ σωστός. Μόνο που για να βρούμε τις γνώσεις του πρέπει να 'πέσουμε' στον Αχιλλέα τον ωκύποδα.