Further tags

Ο ψεκασμένος σε ελλειπτική/κομμέ μορφή και στο ουδέτερο για πιο υποτιμητικά.

https://slang.fandom.com/el/wiki/%CE%A8%CE%AD%CE%BA%CE%B9

Το εμβόλιο στην Ελλάδα, θα πρέπει να γίνει όπως με τον Καποδίστρια κ τις πατάτες. Τότε να δεις πόσο επιτακτικά θα ζητούν να εμβολιαστούν τα διάφορα ψέκια.

https://slang.fandom.com/el/wiki/%CE%A8%CE%AD%CE%BA%CE%B9

Got a better definition? Add it!

Published

Αλλιώς ο μπιτχαβάς δηλαδή ο πουτσαράς. Σχετίζεται με την εβραϊκή κοινότητα των Ιωαννίνων. (Δες).

Είναι μεγάλος μπετιχαβάς.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεγεθυντικό του αρχιδοστραγγίστρα, δηλαδή η σεξομανής γυναίκα που διά της υπερβολής των σεξουαλικών της απαιτήσεων όχι μόνο σου στραγγίζει τα αρχίδια, αλλά τα ξηλώνει εντελώς.

Κάνε αποχή και εγκράτεια για μια εβδομάδα πριν τη συναντήσεις γιατί η γυναίκα είναι αρχιδοξηλώστρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Ημι-βίζιτα (σεμιπρό) που πληρώνεται όχι με την ώρα, αλλά με τη συνάντηση, η οποία μπορεί να διαρκέσει λίγες ώρες, να είναι πιο χαλαρή και όχι με το βλέμμα συνεχώς στο ρολόι. Συχνά πρόκειται για ονλιφανατζού και άλλες μορφές έμμεσης διαδικτυακής πορνείας μέσα από σχετικές πλατφόρμες ή να απευθύνεται σε στενό κύκλο λεφτάδων και ελίτ της αλήτ που το μαθαίνουν από στόμα σε στόμα. Από το αγγλικό αρκτικόλεξο PPM= Pay Per Meeting σε αντίθεση με το pay per hour.

Όλοι οι αυνάνες έχουν αφήσει τα κωλόμπαρα και ξημεροβραδιάζονται στο Όνλι Φανς με αποτέλεσμα να ψωνίζεται η κάθε πιπιεμτζού της γειτονιάς και να ζητάει πεντακοσάρια.

Got a better definition? Add it!

Published

Απόδοση στα ελληνικά του αγγλικού hot wife. Πρόκειται για σύζυγο την οποία ο κάκολντ σύζυγός της ενθαρρύνει να συνάψει σεξουαλικές σχέσεις με άλλους άντρες που κατ' ελπήδα θα έχουν και ανάλογα προσόντα (μπουλ) στο πλαίσιο κάκολντινγκ ή σουίνγκινγκ.

Η καυτή σύζυγός μου θέλει μπουλ με πούτσα πάνω από 20 εκατοστά και σούπερ γυμνασμένο. Μικροτσούτσουνοι, σαπιοκοιλάδες και άνω των 35 να μην ασχοληθούν!

Got a better definition? Add it!

Published

Η Βραζιλιάνα ταπεινής κοινωνικής καταγωγής.

Τρέχει σα μουνόδουλος πίσω από κάθε φαβελογκόμενα που κουνάει ρυθμικά την κωλάρα της.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός για τον οποίο κάθε προσπάθεια πάει χαμένη, ο άχρηστος, ο ανάξιος, αυτός που δεν αξίζει τίποτα απ' όσα του προσφέρονται.

Τόσα του έδωσαν οι φίλοι του, του στάθηκαν τόσο πολύ κι αυτός τίποτα… χαραμίας απ’ τους λίγους!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο εξαρτημένος από το πασπάλι. (Δες).

Είναι μερακλής πασπαλιάρης από τους λίγους.

Got a better definition? Add it!

Published

Αντισημιτικός χαρακτηρισμός για τους Εβραίους ως περιτμημένους.

Οι ΗΠΑ δεν έχουν καμία δουλειά να αναμιγνύονται σαν ηλίθιοι μπράβοι των κοψοπουτσηδων στους πολέμους που τους έχει σύρει από το 2001 και μετεπειτα το κράτος των εκλεκτών. (Φβ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο τοξικοεξαρτημένος που είναι εθισμένος με τη δόση του. Κατά την περίοδο της πανδημίας Covid-19 χρησιμοποιήθηκε από αντιεμβολιαστές για να σατιρίσουν όσους λάμβαναν πολλαπλές δόσεις εμβολίων κατά του κορονοϊού. Είχε προηγηθεί χρήση του για τους εξαρτημένους Έλληνες από την εκταμίευση των δόσεων που συνδέονταν με τα μνημόνια. Βλ. και DOSάκιας / ντοσάκιας.

  1. Δοσάκιας 10φολιασμένος. Η ξαφνικούα θιρίζ τα γιδια που βλέπουν και πιστεύουν την τηλεκόλαση ή αλλιώς τελιόραση όπως το λένε οι χωριάταροι.Αφού μίλησαν οι τηλε-ειδικοί του κώλου,έτσι πρέπει να κάνουν τα γίδια,πρεζόνια καταντήσατε,δοσάκηδες. (Μακελειό).
    1. 1.Κατάλαβες πως η μάσκα είναι για τον πούτσο; 2.Έτσι το περνάνε όλοι οι ανεμβολίαστοι (οι ορίτζιναλ, όχι οι ληγμένοι δοσάκηδες) 3.Σε προστατεύει ακόμη η τρίτη δόση από το 2022. Γιατί δεν έχεις κάνει 4η και 5η από τότε ρε εμβολιάκια; (Χ).
    2. Δοσάκηδες και δωσίλογοι κυβερνούν διαχρονικά την Ελλάδα. (ΦΒ).
    3. Δεν μπορώ να το πιστέψω πως κατάληξα εγώ εδώ. Δεν μπορώ να το αντέξω νιώθω πως θα τρελαθώ.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Μηχανή ήμουν τόσα χρόνια μου χαλάσατε όμως το σασμάν. Μη μου δίνετε κανόνια θα σας γίνω ταλιμπάν.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Τι μου δίνετε αλήθεια τρώω μάλλον κάποιο ψεκασμό. Μου πουλάτε παραμύθια που θολώνουν το μυαλό.

Ήμουν άρχοντας κι έγινα δοσάκιας Ευρωπαϊκός κι όλη μέρα στο μυαλό μου τρέχει ο πανικός.

Got a better definition? Add it!

Published