Βουλώνω ή το βουλώνω: βγάζω τον σκασμό, βουλώνω / κλείνω το στόμα μου, δεν μιλάω, δεν βγάζω άχνα, τσιμουδιά, δεν λέω κιχ.

Παραλλαγαί: βούλω το, βούλωσ' το στόμα σου, βρωμάει πουτσίλα

  1. (τρεις το πρωί, καλοκαιρινές διακοπές σε νοικιαζόμενα, ένας γείτονας φωνάζει στους διπλανούς:)
    - Βουλώστε ρεεε! Θα φωνάξω την αστυνομία!

  2. - Βούλωσέ το ρε πούστη μου επιτέλους, μιλάω!

φερμουάρ ρε! (από nick, 02/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
HODJAS

Βλ. μούγκα στη στρούγκα=η σιωπή των αμνών

#2
aias.ath

Πρέπει νὰ δοῦμε λίγο καλλίτερα πῶς θὰ γράφουμε τὸ λῆμμα, ὅταν αὐτὸ δὲν εἶναι μονολεκτικό.

#3
iron

για σπάσ' τα και ξαναρίχ' τα, δεν το κατάλαβα γιατρέ!

#4
Khan

#5
aias.ath

Λέω, ὅτι στὰ λήμματα μὲ δύο-τρεῖς λέξεις (πχ βούλωσ' τὸ στόμα σου βρομάει πουτσίλα, σπάσ' τα καὶ ξαναρίχτα, τὸν ἤπια κλπ), ἰδίως ὅταν ἡ πρώτη λέξι εἶναι ἄρθρο, δημιουργεῖται πρόβλημα εὑρετηριασμοῦ. Θὰ ἔπρεπε ἴσως νὰ βάλουμε ἕνα κανόνα γιὰ τὴ λέξι ποὺ θὰ χρησιμοποιῆται ὡς βάσις εὑρετηριασμοῦ, πχ «τὸν ἤπια» ἢ «ἤπια (τὸν)», ὥστε νὰ διευκολύνεται ἡ ἀναζήτησι. Θὰ μποροῦσε ἐνδεχομένως νὰ εὑρετηριάζωνται καὶ διπλᾶ, ἂν εἶναι ἀνάγκη, πχ τὸ «βούλωσ' τὸ στόμα σου βρομάει πουτσίλα» ὡς «στόμα», ὡς «βρομάει» καὶ ὡς «πουτσίλα». Προφανῶς, ἄρθρα, ἀντωνυμίες κλπ δὲν μποροῦν νὰ παίξουν τέτοιο ρόλο. Αὐτό ἐννοοῦσα.

#6
Galadriel

Αία στα παραδείγματα που έβαλες το λήμμα βγαίνει στην αναζήτηση όποια λέξη-κλειδί και να βάλεις. Αν βάλεις (δοκίμασε αν θες) στόμα είναι το τρίτο (τρεχόντως) λήμμα που σου δίνει. Αν βάλεις «πουτσίλ» σου δίνει τρία και το λήμμα είναι το πρώτο που φαίνεται.

Το καλύτερο στην αναζήτηση είναι να βάζεις λέξη κλειδί χωρίς την κατάληξη που ενδεχομένως διαφοροποιείται (κι έτσι αποφεύγεις να «χάσεις» υπάρχον λήμμα πχ αν ο άλλος έψαχνε να βρει πιθανό λήμμα αλλά σε φάση «βρομάει πουτσίλες», με ολόκληρο το «πουτσίλα» δεν θα έβρισκε τίποτα).

Είναι σαν το γούγλε γούγλε σου δίνει τα πάντα αρκεί να βάλεις τις σωστές λέξεις στην αναζήτηση.