Έκφραση ελληνική, όπως το «ασσόδυο», που προσδιορίζει τα φύλλα του παίκτη στο poker.

Όπ, ήρθε και ο ασσόπαπας και το flop έχει άσσο-ντάμα-τρία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
electron

και ασόρηγο