Το πασαπόρτι (ιγκλιστί passport) έχει την ίδια ακριβώς σημασία με το διαβατήριο. Η λέξη πασαπόρτι «εξελληνίστικε» απο τους εωσφόρους Διδασκάλους του Γένους (π.χ. Αδαμάντιος Κοραής), οι οποίοι πρόκριναν ότι η γλώσσα των Ελλήνων έπρεπε να καθαρθεί από κάθε αλλότρια επιρροή. Έτσι το πασαπόρτι μετονομάστηκε σε διαβατήριο.
Το εν λόγω λήμμα χρησιμοποιείται και μεταφορικά δηλώνοντας ότι κάποιος (συνήθως απατημένος σύζυγος, ή δύσγαμος) διώχνει τη γυναίκα του από το σπίτι και από τη ζωή του παραχωρώντας της μεταφορικά πασαπόρτι.
Τον τελευταίο καιρό δε μου τα λέει καλά η Κατερινούλα. Αν συνεχίσει έτσι θα της δώσω πασαπόρτι.
- Γιαγιά βιάσου, θα χάσουμε το αεροπλάνο.
- Περίμενε λίγο, δε βρίσκω το πασαπόρτι μου.
- Ποιό πασαπόρτι ρε γιαγιά, διαβατήριο το λένε...
3 comments
HODJAS
[I]Θα σου δώκω πασαπόρτι
και θα φύγω μ' άλλο μόρτη[/I]
(δημώδες)
sytalkas
Για τυχόν παρερμηνείες, η λέξις εωσφόρος δηλώνει αυτόν που φέρει το φώς και ως εκ τούτου χρησιμοποιείται για να δηλώσει, οτι κάποιος είναι φωτεινός(φωτισμένος πνευματικά).Η παρατήρησις αναφέρεται κατ ' αποκλειστικότητα σε θρησκόληπτα άτομα.
jesus
άσε ρε...