1. Προέρχεται από τήν αγγλική λέξη creature, για να υποδηλώσει ότι κάποιος /-α είναι πολύ άσχημος /-η.

  2. Επίσης αναφέρεται και σε ζωύφια ή έντομα όταν δεν γνωρίζουμε την ακριβή τους ονομασία.

  1. Πω, πω, είδες τη φάτσα της, σκέτος κρίτσουρας...

  2. Πετάχτηκε ένας κρίτσουρας και μπήκε μέσα στον καφέ μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified