Ο υπαξιωματικός του στρατού (από τις «σαρδέλες» που αποτελούν διακριτικά του βαθμού του).

Χαρακτηρισμός με σημασία παρόμοια με τον καραβανά. Συνήθως χρησιμοποιείται για τους υπαξιωματικούς που δεν προέρχονται από σχολή και θα μείνουν σχεδόν σε όλη τους την καριέρα υπαξιωματικοί.

Επίσης, ο όρος χρησιμοποιείται ειρωνικά και για τους φαντάρους που φέρουν βαθμό υπαξιωματικού (τσατσόσημο).

- Τι έγινε; Σου τα έπρηξε πάλι ο ΑΛΧΙΑΣ;
- Άσ' τον μωρέ, τον σαρδελά... μια ζωή και σήμερα... θα πήξει στη γκατζολία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
protnet

Λέγονται σαρδέλες γιατί μοιάζουν με ουρά ψαριού