Η πολύ ευτραφής, η χοντρή.
Κοίτα μια μπαλόμπα!
Got a better definition? Add it!
Published 2010-09-17 23:53:11+00:00 Last modified 2014-02-12 22:32:22+00:00
poniroskylo
2010-09-28 20:49:21+00:00
Συνηθέστερα μπαλόμπα. Λέξη από τα καλιαρντά.
Ο Πετρόπουλος γράφει:
μπαλόμπα, η: θρεφτάρι, χοντρέλω, οιονεί υπερθετικός βαθμός του μπαλή (βλ. λήμμα), και
μπαλός, επίθετο: χοντρός, ίσως από το κοινό μπάλα<ιταλικά balla (=δέμα, μπάλα, αφθονία, ποσότης)... ενθυμού το λαϊκό χοντρομπαλάς
aelios
2010-09-29 05:30:32+00:00
έχετε απόλυτο δίκιο
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
2 comments
poniroskylo
Συνηθέστερα μπαλόμπα. Λέξη από τα καλιαρντά.
Ο Πετρόπουλος γράφει:
μπαλόμπα, η: θρεφτάρι, χοντρέλω, οιονεί υπερθετικός βαθμός του μπαλή (βλ. λήμμα), και
μπαλός, επίθετο: χοντρός, ίσως από το κοινό μπάλα<ιταλικά balla (=δέμα, μπάλα, αφθονία, ποσότης)... ενθυμού το λαϊκό χοντρομπαλάς
aelios
έχετε απόλυτο δίκιο