Η κατάσταση στην οποία κάποιος πρήζει τον άλλο.

- Με κάλεσε πάλι στο γραφείο του το αφεντικό.
- Και τι σου είπε;
- Ε ξέρεις τώρα μωρέ... μπάλες. Γκρινιάζει επειδή κάθε μέρα δεν έρχομαι στην ώρα μου.

(από Kotsolis, 29/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
allivegp

Καμιά σχέση με το Γκουσγκούνειο «ρούφα τις μπάλες»;

#2
Kotsolis

Όχι, απολύτως καμία! Είναι αυτό που λέμε «μη μου πρίζεις τις μπάλες».

#3
electron

αυτό το λένε στο sex in the city....

εδώ λέμε μην μου πρήζεις τα αρχίδια, τα 'ρκίδια, τα ούμπαλα, κι άλλα πολλά εμπριμέ και μπλε

#4
HODJAS

Προέρχεται απο τον ιταλικό ιδιωματισμό che palle (τί μπάλες/αρχίδια) = βαρεμάρα, φόρτωμα, ξενέρα, σπαζαρχιδιά κλπ.

#5
notheitis

#6
MXΣ

Mπορεί να είναι και αμερικλανιά καθώς το Ψόλιγουντ έχει φροντίσει να μεταφέρει στο λεξολόγιο των τρυφερών μας βλασταριών το balls (αρκίδια) και το bull (αντί του bullshit).