ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ
Απίστευτο. Λέξη ανάμικτη ελληνική και αγγλική δηλ. un- (αν-) και πιστεύω. Από το unbelievable.
Το έργο που είδαμε χτες με το Μήτσο ήταν ανπιστέφταμπλ
ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ
Απίστευτο. Λέξη ανάμικτη ελληνική και αγγλική δηλ. un- (αν-) και πιστεύω. Από το unbelievable.
Το έργο που είδαμε χτες με το Μήτσο ήταν ανπιστέφταμπλ
βλ. και ανπιστεύαμπλ, unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.
Got a better definition? Add it!
4 comments
MXΣ
Λήμμα ανπιστεφτάμπλ! Ορισμός ανπιστέφταμπλ! Φοβερό! (welcome αλλά τσέκαρε ενίοτε και το ψαχτήρι!)
φιλικά
Νίκος
Galadriel
Πού 'ναι ο τζίζας: βλ. παράδειγμα - αυτοί είδαν ένα έργο, παίζει να ήπιαν και κανα ποτηράκι παραπάνω :D
MXΣ
Και είμαι σίγουρος, ότι μετά τα ποτάκια ακολούθησε σεξάκι, ένα πράμα...
jesus
εγώ έργα κ ποτηράκια δεν, πόσω μάλλον με μήτσους.
:ΡΡΡΡ