Αυτό που κρέμεται. Μπορεί να είναι α. κόσμημα,
β. αυτό που δεν φτάνει η αλεπού,
γ. το πεσμένο βυζί...

Συνήθως όμως στη σλανγκ ισχύει ο πρώτος ορισμός, το κόσμημα για τον λαιμό, είτε αληθινό είτε φω. Προφ δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης από αυτόν που το χαρακτηρίζει έτσι.

Συνώνυμο: περπενδούλια.

Κατά τ' άλλα, είναι αυτό από το οποίο κρέμεται κάτι: μια αλυσίδα ή δέρμα κλπ για τον λαιμό, ή επίσης το κρεμαστάρι ενός καλόγερου, κάτι σαν γάντζος δηλαδή, ξύλινος ή μεταλλικός, μονός, διπλός κλπ.

  1. τα κρεμαστάρια στο λαιμό μάραναν τον καημένο που μας το παίζει γκόμενος με στυλ εκλεπτυσμένο...

  2. Κρεμαστάρια λαιμού για το ηλεκτρονικού τσιγάρο.<... Hits:126 ... Κρεμαστάρια λαιμού δερμάτινα κλειστά ...

  3. Αγελαδίτσα κρεμαστάρι..
    Τιμή μονάδος (Τεμάχιο): €5,90
    Μάθετε περισσότερα για το προϊόν

(από το νέτι)

βλ. και κρεμαστό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Θεμελιώδες!

Μια εικόνα που έρχεται στο μυαλό είναι και τα σφαγμένα ζώα που κρέμονται ως κρεμαστάρια στα κρεοπωλεία. Οπότε και οι ανθρώπινες σάρκες, λ.χ. βυζιά, που κρέμονται με αντιαισθητικό τρόπο μπορεί να παραπέμπουν σε κρεαταγορά.

Στους Αχαρνείς του Σαββό ο Δικαιόπολις λέει στον Ευριπίδη (που ήταν και καλά πολύ καζαντζίδης- ντράμα κουίν) «Δώσε μου τίποτε κουρέλια να ντυθώ από τα κρεμαστάρια, τα σφαχτάρια τα ρούχα σου και κείνη την τραγική μελωδία με το σουγιά στο κόκαλο και το λουρί στο σβέρκο». (Δεν παραθέτω μήδι ένεκα οι γνωστές αντιρρήσεις προς τον τραγουδοποιό).

Επίσης, βλ. και το λήμμα κρεμαντζόλι, όπου περιγράφεται το θειτσίστικο κόντεξτ της έκφρασης.

#2
iron

χα! καλό, το είχα ξεχάσει, θξ.

(μ' αρέ και το σχόλιο για τον φιλενάδο μου)

#3
boulgaroktonos

Εγώ το έχω ακούσει αντί του πέους.