Στην Δημοτική τα ρήματα σε -άω -ω, σχηματίζουν το β' και γ' ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της οριστικής σε -άς,-α, π.χ. τραγουδώ, τραγουδάς, τραγουδά, τιμώ, τιμάς, τιμά κ.λπ.

Ωστόσο, μπορούμε να προσδώσουμε μια πιο μαγκιόρικη/ψευδολόγια χροιά στον λόγο μας, αν χρησιμοποιήσουμε την πιο καθαρευουσιάνικη κατάληξη -εις, -ει π.χ. τραγουδείς, τραγουδεί, τιμείς τιμεί κ.λπ.

  1. - Και ο αυνάνας ο κοντοπούτανος με βγάζει τάκο για ένα λυμένο κορδόνι...
    - Δε τον γαμείς, λέω 'γω;

  2. Μου τη σπει ιδιαίτερα το να καπνίζει κανείς μέσα στο ασανσέρ.

  3. - Αντί να περάσω την ταινία στο φλασάκι, πέρασα την συντόμευση... - Δε σε χαλεί καθούλου. Γύρνα πίσω τώρα να το κάνεις σωστά.

  4. - Αν πεινείς πολύ και θες να φεις κάτι πρόχειρο, πες μου να σταματήσω σε κάνα βρώμικο. - Μπα, μη σταματείς. Καλά το πατείς, θα φάω σπίτι.

Got a better definition? Add it!

Published

#1
Khan

Πολύ καλό, με τη μοναδική παρατήρηση ότι το γαμάω στα αρχαία είναι γαμέω, (όπως εξηγεί η Λιάνα Κανέλλη εδώ), οπότε μπορεί να έχουμε σλανγκαθαρεύουσα εδώ. Πάντως σαν κανών σλανγκ αυτό που λες γαμεί, και κάνει και ρίμες .

#2
Pirate Jenny

Βλέπε και τη γνωστή παροιμία «όποιος νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί».

Για το γαμέω-γαμώ ειδικά, έχει μείνει έτσι σε πολλές στανταρισμένες εκφράσεις, π.χ. «δε γαμείς που δε γαμείς, δεν πας για ψάρεμα;» ή «φιλαράκι, γαμείς καθόλου;» ή «αυτός γαμεί. γαμεί και δέρνει».

Νομίζω, χωρίς να παίρνω όρκο, ότι είναι ο παλαιότερος τύπος που έχει επιβιώσει (σε πείσμα της μάλλον νότιας/χαμουτζήδικης (;) τακτικής να παίρνουμε όλα τα σε -ώ και να τα κάνουμε -άω), και όχι νέας κοπής σλανγκιά.

#3
Galadriel

Μ' αγαπεί, με εκτιμεί αλλά δε με προσκαλά.