Ζαρώνω, συρρικνώνομαι.
- Κοίτα τον ρε πως κατάντησε. Κατσίρντισε. - Αχ που να στα λέω Δόμνα μου. Η πούτσα του Κυριάκου μου κατσίρντισε καλά-καλά.
Got a better definition? Add it!
Published 2014-12-05 10:35:28+00:00 Last modified 2015-04-15 20:36:12+00:00
Khan
2014-12-08 10:29:17+00:00
Στο Νέτι το βρίσκω με σημασία φεύγω, γλιτώνω ή τα χάνω και ετυμολογία < kacirdim, αόρ. τού τουρκ. ρ. kacirmak. (Ίσως συγγενές με το κατσιρμάς, κατσιρματζής;).
parofilol
2014-12-09 16:34:01+00:00
Συμφωνώ απλά στην ιδιαίτερή μου πατρίδα έχει την έννοια που έγραψα.
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
2 comments
Khan
Στο Νέτι το βρίσκω με σημασία φεύγω, γλιτώνω ή τα χάνω και ετυμολογία < kacirdim, αόρ. τού τουρκ. ρ. kacirmak. (Ίσως συγγενές με το κατσιρμάς, κατσιρματζής;).
parofilol
Συμφωνώ απλά στην ιδιαίτερή μου πατρίδα έχει την έννοια που έγραψα.