Το τσιγάρο το οποίο περιέχει μίξη καπνού και κάνναβης ή χασίς και συνήθως αντί για φίλτρο έχει τζιβάνα. Συχνά χρησιμοποιούνται King Size χαρτάκια για το στρίψιμό του ή περισσότερα του ενός χαρτάκια κανονικού μεγέθους κολλημένα μεταξύ τους (δίφυλλο, τρίφυλλο, κ.ο.κ.) Συνώνυμα: Γάρο, τσιγαριλίκι, ρο, φόσμπα (ποδανά), joint, reefer (αγγλιστί).

1.-Παιδί μου, πού ήσουν και μυρίζεις λιβάνια; Δεν πιστεύω εκεί στην παρέα σας να πίνετε τίποτα μπάφους!
-Όχι μάνα, είσαι καλά; Χαχαχα. Στην εκκλησία ήμουν και πέρασε από δίπλα μου ο παπάς που ευλογούσε.
-Α, έτσι μπράβο παιδάκι μου. Να σου βάλω τίποτα να φας;
-Ναι ναι ναι ναι ναι, με θέρισε αυτός ο παπάς.

2.-Τάσο, θα έρθεις να αράξουμε;
-Ε, τι να σου πω έχω κάτι εργασίες να κάνω, κάνει και κρύο σήμερα που να βγαίνω..
-Καλά ρε φίλε. Έχω έρθει στου Μανόλη και λέγαμε να πιούμε κανένα μπάφο. Θα πιούμε στην υγειά σου αφού δεν μπορείς.
-Στο μπαφόσπιτο ρε και δεν το έλεγες πιο πριν; Ντύνομαι και σε μισή ώρα είμαι εκεί!

(από fitifititis, 05/02/15)(από fitifititis, 05/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
fitifititis

Ορίστε σφυρίζων

#2
σφυρίζων

Μάρλεϋ!

Σωραίος! Μια μικρή επιφύλαξη: την προϊστορική εποχή μου (προ 25ετίες και βάλε) στα σπλιφάκια με χόρτο σπανιότατα έμπαινε ταμπάκο. Μίξη γινόταν μόνο με σε γάρα με μαυράκι. Τουάστιχον έτσι ισχυρίζεται ο γείτονας του μπατζανάκη του μακρινού ξαδέρφου μου.

#3
fitifititis

Εγώ έχω ακούσει πως η μίξη χόρτου ή μαύρου και καπνού, που είναι κυρίως ελληνικό έθιμο και δεν συναντάται τόσο παγκοσμίως, ξεκίνησε στην τουρκοκρατία όπου ο κάθε πασάς έδινε λίγο χόρτο στους έλληνες για να τους κρατάει ήσυχους και αυτοί το ανακάτευαν με ταμπάκο για να τους κρατήσει περισσότερο. Αλλά τι να σου πω, δεν ήμουν και εκεί όπως ο γείτονας του μπατζανάκη του μακρινού ξαδέρφου σου.

#4
fitifititis

Γαμώτο το σπλιφ ξέχασα να βάλω σα συνώνυμο...

#5
σφυρίζων

Δεν το βλέπω κι όλαw στο σάη, nudge-nudge, wink-wink!

#6
σφυρίζων

Ενδιαφέρουσα ιστορική αναφορά! Οι δικές μου παραστάσεις είναι από ΗΠΑ.