Α. Χοντρός (-ή). Από το τόφαλος
Β. Βλήμα, ούφο, φυτό.
Νομίζω οτι αυτό το τελευταίο (το φυτό), εισήχθη σε αναγραμμαντείο και ανορθογραφείο και ούτως πως προέκυψε το τόφι, δηλ. ο φύτουκλας.
Τι φάση την είδατε όλοι λεξιπλάστες ρε τόφια; (εδώ)
Και βλέπεις κατι τόφια συμφοιτήτες σου με πτυχίο και λες τι κάνω λάθος (εδώ)
Ρε τόφια εσείς που φτάσατε 24 χρονών κι έρχεστε ακόμα να δώσετε εξετάσεις για πτυχίο με τη μάνα σας...τι φάση;;; (εδώ)
πραγματικά το forum του indy έχει γεμίσει με τόφια... (εδώ)
ειμαι λομπι δραχμης, μην συγκρινεσαι μαζι μ! εσυ καταλαβες τι σημαινει παραμονη ρε τοφι? καταλαβες η τα καψες ολα τ κυτταρα? (εδώ)
3 comments
σφυρίζων
+ΛΟΥΤCΩ+ το Αναγραμμαντείο καταθέτει τα πέοντα σπέκια.
soulto
Αχαχαχαχαχαχα Σφυ, με ταχτοποίησες μια χαρά!
soulto
Χαχαχαχαχαχαχ, παίζουν και τα τσούλω, τσουλῶ, λωτούς, πχ στη φράση
«ΤCΟΥΛΩ! Τήρα μαρή, τσουλῶ τους λωτούς!»
(Χμμμ..., κατά καιρούς ταυτίζομαι και με τις 3 λέξεις, τυχαίο; δε νομίζω)