Στον Κόμη (1995)βρίσκουμε λημματογραφημένη τη λέξη σούρντιση διάρροια’. Η σούρντιση ή σούρδιση έχει κι αντίστοιχο ρήμα σουρδίζω / σουρντίζω
‘παθαίνω διάρροια’. Ρήμα και ουσιαστικό έχουν πανελλήνια εξάπλωση
σύμφωνα με το αρχείο του ΚΕΝΔΙ . Ο Πάγκαλος (1994-2003) ετυμολογεί το ρήμα σουρδίζω της Α. Κρήτης από το γαλλικό sourdre ‘αναβλύζω’. Αφενός η μεγάλη γεωγραφική διάδοση του τύπου από τις Κυκλάδες (Σύρο, Πάρο, Μήλο, Άνδρο) , τη Στερεά Ελλάδα, τη Σκύρο, μέχρι την Κω και τη Βιθυνία, αφετέρου η μη ικανοποίηση του φωνολογικού και μορφολογικού και σημασιολογικού κριτηρίου, μας έκανε να αμφισβητ
ήσουμε την πρόταση περί γαλλικού δανείου και να στραφούμε προς την αναζήτηση άλλης πηγής δανεισμού, πιο συγκεκριμένα στην τουρκική γλώσσα. Αναζητώντας τη λέξη στο διαδίκτυο, βρήκαμε ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο
στο οποίο δίνεται η πληροφορία ότι η σούρδιση σημαίνει και ‘πορδή’. Όντως στην τουρκική υπάρχει ρήμα osurmak ‘πέρδομαι’ από το οποίο παρήχθη το διαλεκτικό ρήμα. Από το αοριστικό θέμα osurdu + παραγωγικό επίθημα -ίζω
και με σίγηση του άτονου αρκτικού /ο/ σχηματίστηκε αρχικώς το ρήμα σουρδίζω , που απέκτησε τη διευρυμένη σημασία ‘παθαίνω ιάρροια’ και κατόπιν από αυτό σχηματίστηκε και το ουσιαστικό σούρδιση.ἐδῶ
4 comments
Galadriel
Πού το λένε; Μου θυμίζει Πελοπόννησο...
dryhammer
Και στη Χίο το λέμε όπως και το (σπανιότερο συνώνυμο) σούρδηση
donmhtsos
Τὴ σούρντιση τὴ λέμε καὶ στὴν Κύθνο. Ἀπὸ μιὰ ματιὰ στὸ γούγλη βρῆκα:
Στον Κόμη (1995)βρίσκουμε λημματογραφημένη τη λέξη σούρντιση διάρροια’. Η σούρντιση ή σούρδιση έχει κι αντίστοιχο ρήμα σουρδίζω / σουρντίζω ‘παθαίνω διάρροια’. Ρήμα και ουσιαστικό έχουν πανελλήνια εξάπλωση σύμφωνα με το αρχείο του ΚΕΝΔΙ . Ο Πάγκαλος (1994-2003) ετυμολογεί το ρήμα σουρδίζω της Α. Κρήτης από το γαλλικό sourdre ‘αναβλύζω’. Αφενός η μεγάλη γεωγραφική διάδοση του τύπου από τις Κυκλάδες (Σύρο, Πάρο, Μήλο, Άνδρο) , τη Στερεά Ελλάδα, τη Σκύρο, μέχρι την Κω και τη Βιθυνία, αφετέρου η μη ικανοποίηση του φωνολογικού και μορφολογικού και σημασιολογικού κριτηρίου, μας έκανε να αμφισβητ ήσουμε την πρόταση περί γαλλικού δανείου και να στραφούμε προς την αναζήτηση άλλης πηγής δανεισμού, πιο συγκεκριμένα στην τουρκική γλώσσα. Αναζητώντας τη λέξη στο διαδίκτυο, βρήκαμε ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο στο οποίο δίνεται η πληροφορία ότι η σούρδιση σημαίνει και ‘πορδή’. Όντως στην τουρκική υπάρχει ρήμα osurmak ‘πέρδομαι’ από το οποίο παρήχθη το διαλεκτικό ρήμα. Από το αοριστικό θέμα osurdu + παραγωγικό επίθημα -ίζω και με σίγηση του άτονου αρκτικού /ο/ σχηματίστηκε αρχικώς το ρήμα σουρδίζω , που απέκτησε τη διευρυμένη σημασία ‘παθαίνω ιάρροια’ και κατόπιν από αυτό σχηματίστηκε και το ουσιαστικό σούρδιση. ἐδῶ
donmhtsos
Ἡ κωλοπετούρα γουγλίζεται ἀρκετὰ καὶ προφανῶς ἔχει πανελλαδικὴ ἐμβέλεια.
Πάντως ὁ Στεφάκιας (ἐδῶ, ἐδῶ κι ἐδῶ), ὅπως καὶ ἄλλοι ψαράδες τῆς Κύθνου, τὴν ἔλεγε κωλοπετόνιο.