Τουλούμπατζης ή τουλουμπατζής, από το τουρκικό Tulumbaji, πυροσβέστης (αντλιωρός). Χρησιμοποιείται υποτιμητικά και ως τουλούμπας και σημαίνει τον τεμπέλη, ή τον βλάκα.

Βρε καλώς τον τουλούμπατζη! Που χάθηκες παιχταρά μου;

Got a better definition? Add it!

Published

#1
soulto

Και τρόμπας;

#2
Άχθος Αρούρης

Τρόμπας αλλά όχι με την καθαρή έννοια του αυνανιστή, στην οποία παραπέμπει η κίνηση της αντλίας. Τρόμπας σαν ανόητος.

#3
donmhtsos

Καλῶς ὥρισες κι ἐσὺ.

Ἑνδιαφέροντα καὶ τὰ δικὰ σου γραψίματα.

Καὶ μιὰ μικρὴ διόρθωση: Ἡ σωστὴ γραφὴ στὰ τούρκικα εἶναι tulumbacı.

#4
donmhtsos

Τὸ ἴδιο ψευδώνυμο χρησιμοποιοῦσε καὶ ὁ ποιητὴς Νῖκος Σαραντάκος, παπποῦς τοῦ Νίκου Σαραντάκου, ποὺ γράφει κι ἐδῶ μὲ τὸ ψευδώνυμο sarant.