Στον στρατό, όταν μένει ο φαντάρος ακίνητος σε στάση προσοχής.
Νέος! Κάτσε προσοχή! Κόκκαλο σε θέλω!
Στον στρατό, όταν μένει ο φαντάρος ακίνητος σε στάση προσοχής.
Νέος! Κάτσε προσοχή! Κόκκαλο σε θέλω!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
10 comments
Ο ΑΛΛΟΣ
Και εκτός στρατού. Χαρακτηριστική είναι η (παλιούτσικη) έκφραση «έμεινα κόκκαλο», δηλαδή πάγωσα από έκπληξη (έμεινα κάγκελο, στήλη άλατος, κεραυνοβολημένος κλπ.). Γύρω στις δεκαετίες '30 - '40, συνήθιζαν να τελειώνουν τα ανέκδοτα με τη φράση «Κόκκαλο ο ...!» (Δηλαδή: ο Τοτός ή ο Πόντιος ή ο όποιος ήρωας του ανεκδότου λέει την απροσδόκητη ατάκα που αποτελεί το γκαγκ και, αντί να το κλείσουν εκεί όπως θα απαιτούσε η σημερινή μας αισθητική, προσθέτουν και το «κόκκαλο ο άλλος»).
vikar
Η έκφραση είναι όντως παλιά. Διάλεκτος Αγρινίου σε μιά καταγραφή του 1910, οπου η έκφραση μάλιστα συμπληρώνεται σε στέκομαι κόκαλο στον τόπο:
…Πά' σ' ναι 'κλησά, μπαίνου μέσα, κάν' έτσι', γλέπ' ένα κρεμανταλά τ' νι̮α μεριά κ' έναν τ'ν άλλη κι κόβουνταν μύτ' με μύτ', κάτ' διαολόπ'λα, έπαιρναν κουβέντα απ' τ'ν έναν, λέγαν στουν άλλουν. Δεν είν' καλή δ'λειά τούτ', είπα, λέω να δώκω νι̮α σκι̮αχκι̮ά μη μι γράψ'ν κι̮ουτή κι στάθηκα κόκκαλο στον τόπο. 'Κει π'στέκομαν, κάν' έτσ', γλέπω έναν τραογέν' κι πιτι̮έτ' απ' τ'ν ακρ'νή πορτοπούλα με νι̮α σιδιροσφιντόνα στο χέρ' κι κάμπουσου καπνό μέσα, κάπνισι κάτι κόκκινα σανίδια, τα καπίν'σι κι παίρν̑' σ'ν αράδα, τ'ς ανθρώπ'ς κι τ'ς καπνίζ' κι τ'ς έλεϊ «στέκ'ς;» στέκου ου ένας, «στέκ'ς;» στέκου ου άλλους, έρχιτι κι σ' μένα, «στέκ'ς;» μ' λέει, «στέκου; ούστ!» τ' λέου, «φέγ' απ'ιδώ μη μι καπίν̑'ς». Σαν τ'ς καπίν̑'σι ούλ'ς, μπήκι μέσα κι κατί λέει, κατί λέει, κατί λέει, τουν γλέπου βάν̑' νι̮ά πουδιά απού πίσου, ένα σαγάν̑' στου κιφάλ̑' κ' ένα τσ'κάλ̑' στα χέρια κι πιτι̮έτ' απ' τ'ν ακρινή πόρτα, «κάτ' τα κιφάλια», τ'ς λέει, του βιο τ' διαόλ' ούστ! Κι τα βάλαν κάτ' τα κιφάλια. Ιγώ στάθ'κα κόκκαλου στουν τόπου…
(αντιγραφή απο την Πύλη)
deinosavros
...στην οποία Πύλ' γράφ' ου βικάριούς μας, δεν εξηγείτ' αλλιώς μι τόσ'ς αποστρόφ'ς :-P
vikar
...
deinosavros
'''
vikar
(ρε συσυντονιστές, ποιό κουμπάκι είπαμε είναι το μπάν;...)
jesus
γαμημένο γιουτούμπ να μη βρίσκεις ιρλανδό κομμουνιστή ομπάνιαν απ' το vixxen...
jesus
(με ένα x)
vikar
(μαλακία, με δύο x σ' τον είχα έτοιμο)
deinosavros
Του γκμπί του μπαν; Ζερβά σαπάν'.