Γυναίκα με κακό χαρακτήρα, στρίγγλα.

  1. Τελικά αυτή η στρίτζω η διευθύντρια του έδωσε πόδι!

  2. Πώς να μην είμαι στρίτζω έτσι που μου φέρεται;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified