Γκολάρω σημαίνει βάζω γκολ (μονολεκτικά).

Ρε μαλάκα, ο Ιμπραΐμοβιτς τώρα τελευταία δεν γκολάρει συχνά. Τι έπαθε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
vikar

Αμ έλα που γκολάρει το μουνόπανο...

#2
Επισκέπτης

endaksei re su,xrhsimopoihsa ton Zlatan apla ws paradeigma,giati autounou to onoma eixa tote sto mualo.

#3
vikar

Μή μασάς, ήθελα απλώς να τονίσω την τραγική ειρωνεία του παραδείγματος σε σχέση με την τότε επικαιρότητα.