Το λέμε για την αργή σύνδεση του ίντερνετ ή για προγράμματα του Η/Υ, όταν αργούν πολύ μέχρι να φορτώσουν.

Βλέπε και σέρνερ.

  1. - Σήμερα το ίντερνετ σέρνεται και μού 'χει σπάσει τα νεύρα!

  2. - Τό 'παιξες το Neverwinter Nights 2;
    - Το έπαιξα μωρέ, αλλά στο PC μου σερνότανε...
    - Ε, δεν αξίζει έτσι!

Σχετικό: σέρνομαι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified