Υπερβολή, με τη γενικότερη έννοια του πράγματος.

- Εμ, αφού έχυνε όλο το ποτό έξω από το ποτήρι, βούτηξα το μπουκάλι κ έβαλα μόνος μου.
- Λύσσα, λύσσα τό 'κανες και εσύ πια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified