Υπερβολή, με τη γενικότερη έννοια του πράγματος.
- Εμ, αφού έχυνε όλο το ποτό έξω από το ποτήρι, βούτηξα το μπουκάλι κ έβαλα μόνος μου.
- Λύσσα, λύσσα τό 'κανες και εσύ πια...
Υπερβολή, με τη γενικότερη έννοια του πράγματος.
- Εμ, αφού έχυνε όλο το ποτό έξω από το ποτήρι, βούτηξα το μπουκάλι κ έβαλα μόνος μου.
- Λύσσα, λύσσα τό 'κανες και εσύ πια...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
0 comments