Αυτοσχέδιο αντικείμενο συνήθως σφηνοειδούς μορφής, κατασκευασμένο από ποικίλα υλικά, που χρησιμοποιείται για την άρση της αστάθειας τραπεζιών ταβέρνας.

Μήτσο, πιάσε μια χωριάτικη, μια πατάτες, μία καλαμαράκια, μία πράσινη και ένα σταθεράκι στο πέντε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
jesus

σωστός.για μορφωμένους ταβερνιάρηδες υπάρχει κ το 'σταθεροποιητήρι' (σε αντιστοιχία με το γαλλικό όρο stabilisateur), όπου η κατάληξη -τήρι συνήθως χρησιμοποιείται για να δείξει ότι η λέξη αναφέρεται σε όργανο-εργαλείο που τελεί την εν λόγω λειτουργία.
πλην μαλακηστήρι, που είναι ανθρωποειδές, κ βαφτιστήρι, που ΔΕΝ είναι μηχάνημα στη γραμμή παραγωγής χριστιανών.

#2
poniroskylo

Και υπάρχει βέβαια και το ισορροπητήρι