Χρησιμοποιείται και για να χαρακτηρίσει κάτι που έχει πολύ έντονη γεύση, συνήθως πολύ καυτερή ή πολύ όξινη.
Απαντάται συχνότερα σαν χαρακτηρισμός του πολύ δυνατού ξιδιού, ίσως γιατί με την πολύ όξινη γεύση του σε κάνει να το βάζεις στα πόδια. Ακούγεται όμως και στην περίπτωση άλλων πολύ δυνατών εδεσμάτων.

Πωπω, ρε συ, αυτή η σκορδαλιά είναι πολύ δυνατή, μιλάμε μου πέταξε τα μάτια έξω! Δραπέτης είναι σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Επισκέπτης

Η αυθεντική λέξη είναι «τραπέτσι», και προέρχεται από Λευκαδίτικο ιδίωμα. Πιθανών να έχει επιρροή απο την Ιταλική, αν κάποιος γνωρίζει ας μας πει. Το «δραπέτης» προφανώς βγήκε από κάποιον που μετακόμισε στην Αθήνα, και δεν ήθελε να τον πούνε επαρχιώτη στην ομιλία.

#2
xalikoutis

Στην Κρήτη υπάρχει φράση «ξίδι δραπέτι», καμιά φορά και το δραπέτι μόνο του ως ουδέτερο. Χωρίς μεταφορικές χρήσεις όμως...

#3
dryhammer

Και η έκφραση «ξίδι ρασπέτι» που συγγενεύει μάλλον με το τραπέτσι αλλά άγνωστης ετυμολογίας.