Τρώω πακέτο, δηλαδή έχω πρόβλημα, ζορίζομαι, ταλαιπωρούμαι.

- Πακετώθηκε ο Στάθης, έχασε όλα του τα λεφτά, του κατέσχεσαν το σπίτι, τον άφησε η γυναίκα του, χάθηκε και ο σκύλος του, του κάηκε και το βίντεο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
soulto

Το άκουσα σήμερα να λέγεται από 17χρονο: "είμαι χάλια γιατί πακετώθηκα από γκόμενα.

Επιπλέον:

-Τι ειναι το καμπερωνομαι.
-Πάς μετανάστης στην Καμπέρα και δεν είναι όπως ταπερίμενες. Το "πακετώνομαι" των Ελλήνων ομογενών
(εδώ)