Στο μπάσκετ, χλατσώνω σημαίνει βάζω καλάθι χωρίς η μπάλα να ακουμπήσει στεφάνι, οπότε το διχτάκι κάνει ένα ωραίο χλατς! που είναι υπέρτατη πώρωση!

Από το χλατσώνω παράγεται και το επίθετο χλατσωτός, που χαρακτηρίζει τα καλάθια (καλάθι χλατσωτό). Συνώνυμο: άγγιχτος.

  1. (σε παιχνίδι μπάσκετ)
    - Πάσα!
    - Χλάτσωσέ το αγόρι μου!
    (ΧΛΑΤΣ!!)
    - Έεετσι!!

  2. (από αυτό το blog)
    [...]Όταν συνήλθαμε, αποφασίσαμε να τον αφήσουμε να παίξει μαζί μας ένα μονό στα 21. Μάλιστα, τον πήρα και στην ομάδα μου, επειδή οι άλλοι δεν τον ήθελαν με τίποτα. Με το που του δίνω την πρώτη πάσα, βαράει ένα τρίποντο από το κέντρο του γηπέδου και μπαίνει μέσα χλατσωτό! Έπαθα πλάκα, αλλά νόμιζα ότι ήταν απλά κωλόφαρδος.

yo yo yo!! (από jesus, 06/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified