Ο ανάξιος εμπιστοσύνης και χωρίς βαρύτητα λόγου άνθρωπος.

-Ναι ρε εμπιστέψου με, δεν μιλάς με τον τσιπλάκη.
...
-Ό,τι να 'ναι, μου είπαν όταν ρώτησα οι τσιπλάκηδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
didikong

υπάρχει και στον υπερθετικό βαθμό: τσιρ τσιπλάκης

#2
Khan

Βλ. και σχόλια στο λήμμα μπαλντήρια

#3
Khan

Νταξ, δεν θα πούμε την ετυμολογία στους ψηφοφόρους του ομώνυμου πολιτικού

#4
MXΣ

Eκ του οθωμανικού çıplak = κενό, γυμνό, απλό αλλά και φτωχό. (ρε παίκτες, μην ξεχνάται την ετυμό, γαμώ το φελέκι μου!)

#5
Khan

Βρε ΜηΧεΣούλη, αφού τό 'χεις με τα τούρκικα, δεν αναλαμβάνεις την τσιπλάκισσα πού 'χω στο Δ.Π.; Υποτίθεται ότι είναι η γυναίκα ελευθερίων ηθών

#6
MXΣ

Tι υποτίθεται ρε Khan! Καριόλα είναι! (το πήρα!)