προσδιορισμός προσώπου του όποιου μας διαφεύγει το όνομα εκείνη τη στιγμή
ρε ήρθε ο φίλος σου χθές,πώς τον λένε μωρέεε, ο φρούκου
προσδιορισμός προσώπου του όποιου μας διαφεύγει το όνομα εκείνη τη στιγμή
ρε ήρθε ο φίλος σου χθές,πώς τον λένε μωρέεε, ο φρούκου
Got a better definition? Add it!
συναισθηματική κατάσταση κατα την οποία αισθάνεσαι ταραγμένος-η/ενοχλημένος-η
Ρήμα:χνέφω/χνέφομαι Μετοχή:χνεμένος -η Ουσιαστικό:το χνέψιμο
Ειδα μια κατσαρίδα στο δωμάτιο μου,χνέφτικα και δεν μπορούσα να κοιμηθώ
- Τι έχεις? -Τίποτα,απλά είμαι λίγο χνεμένος σημερα
Got a better definition? Add it!