Δεν φοράει σχεδόν τίποτα και την πέφτει παντού η παλιό θοτάρα

Το κοράσιο το οποίο συμπεριφέρεται και ντύνεται με προκλητικό τρόπο. Μια θοτάρα συνήθως προσπαθεί να αποσπάσει με αθέμιτους τρόπους την προσοχή των λαικών παιδιών με απώτερο σκοπό το σεξ.

Got a better definition? Add it!

Published