Sorry!

You do not have permission to view this page!

You may be allowed to view this page if you log in below.

Ο σπαγκοραμμένος, ο τσιφούτης. Προέρχεται από την γλύνα (=γλίτσα).

  1. - Άφησε κανένα χαρτζιλίκι ο κυρ-Κώστας;
    - Μπα, τίποτα. Αφού είναι γλύνας ο τύπος.

  2. - Πάλι αναπάντητη μου έκανες ρε γλύνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified