Η μπύρα που αγοράζεις στο περίπτερο όταν δεν έχεις λεφτά, ή βαριέσαι να πας στο bar.
- Τέλος του μήνα και δεν είχαμε μία. Χτυπήσαμε κάτι περιπτερόμπυρα στην πλατεία και περάσαμε κόμπλα.
Η μπύρα που αγοράζεις στο περίπτερο όταν δεν έχεις λεφτά, ή βαριέσαι να πας στο bar.
- Τέλος του μήνα και δεν είχαμε μία. Χτυπήσαμε κάτι περιπτερόμπυρα στην πλατεία και περάσαμε κόμπλα.
Got a better definition? Add it!
Το κρασί, αλλά μάγκικα. Από τα κρασί + χασίσι.
- Βάλε κρασίσι να πιούμε να γίνουμε λιάρδα.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Και απόλλων τσιγάρα, τράκα
Got a better definition? Add it!