Εκ του τσιφτετέλικου άσματος του Πάνου Κιάμου «Ολοκαίνουργιος», από το ομώνυμο άλμπουμ του 2011.

Το επίθετο αναφέρεται σε κάποιον ο οποίος μόλις χώρισε και αισθάνεται «Ολοκαίνουργιος», δηλαδή έτοιμος για νέες κατακτήσεις. Σαν να μην τρέχει τίποτα. Δε πα να σκάσει μύτη η πρώην μπροστά του, αυτός είναι βράχος. Κοινώς, είναι έτοιμος να βάλει γκολ σε άλλο γήπεδο.

Στίχοι:
[I]Μόλις βρίσκω δύναμη να ζήσω
πάντα κάπου θα σε συναντήσω
είσαι το βασανιστήριο μου
τέτοιο πράγμα ούτε στον εχθρό μου.

Σπάω κι όσο έρχεσαι κοντά μου
πίνω ότι βρίσκεται μπροστά μου
τρέμω αν νομίζω απόψε το 'χω
με μια λέξη να σου πω πως νιώθω

Ολοκαίνουργιος, από πάνω μέχρι κάτω
ευτυχώς προχωράω παρακάτω
η αγάπη σου κεφάλαιο που κλείνω
από σήμερα ολοκαίνουργιος θα γίνω
θα γίνω, θα γίνω, θα γίνω, ολοκαίνουργιος
θα γίνω, μακρυά σου ολοκαίνουργιος

Πάλι ξεκινάς τις εξηγήσεις
ήρθες για να το πανηγυρίσεις
κι έτσι επειδή με είδες μόνο
είπες να κεράσεις λίγο πόνο
Όσο με κοιτάζεις και παγώνω
ψάχνεις με τα χέρια σου αν λιώνω
τρέμω μα νομίζω απόψε το 'χω
να σου πω τι κάνω και πως νιώθω

Ολοκαίνουργιος, από πάνω μέχρι κάτω
ευτυχώς προχωράω παρακάτω
η αγάπη σου κεφάλαιο που κλείνω
από σήμερα ολοκαίνουργιος θα γίνω
θα γίνω, θα γίνω, θα γίνω, ολοκαίνουργιος
θα γίνω, μακρυά σου ολοκαίνουργιος
Ολοκαίνουργιος (Χ3)[/I]

- Τι κάνεις, είσαι καλά;
- Τι θες εσύ εδώ;
- Νευράκια; Απλά ήρθα να σε δω να μιλήσουμε.
- Ρε άντε και γαμήσου. Χωρισμό ήθελες, τελειώσαμε. Έχω γίνει ολοκαίνουργιος. Πάρε πούλο τώρα γιατί περιμένω ένα νέτο σε λίγη ώρα και θα μου χαλάσεις το κονέ.

(από HardcoreGR, 24/09/11)(από HardcoreGR, 24/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified