Τζιαμπουνάω = Φωνάζω δυνατά, ακατάπαυστα.

Παράδειγμα: Τι μ' τζιαμπουνάς ιδώ πέρα μωρ' συ α ;;;

Got a better definition? Add it!

Published

Κρένω = Αποκρίνομαι, μιλάω, απαντάω, φωνάζω.

Παράδειγμα: Ω Μήτσου΄μ τι κρένς; - Αααα; - Γιατί δεν κρένς ωρέ; Κρίν στον Γιορ νάρθει σιακάτ.

Got a better definition? Add it!

Published

Έφκα = Αόριστος του ρήματος φεύγω.

Παράδειγμα: Ιγώ έφκα πάω σιακάτ ντάξ' ;

Got a better definition? Add it!

Published

Γκαλιουρίζω = Αλληθωρίζω.

Παράδειγμα: Τι να τον καμς μαρή τον Γιορ α ; Ίνι γκαλιούρς! Τήρα τον ωρέ ντίπ γκαλιούρς είνι!

Got a better definition? Add it!

Published