Λιλίκος εστί ο τσιλιβήθρας, κοινώς ο πολύ λεπτός άντρας.

Χρησιμοποιείται συνήθως όταν κάποιος έχει πολύ καιρό να δει αυτόν που χαιρετάει.

Πού 'σαι ρε λιλίκο; Πώς αδυνάτισες έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified