Χαρακτηρισμός ανίδεου, άσχετου, γελοίου και ηλίθιου ανθρώπου που, με τα λεγόμενα και τα καμώματά του, προκαλεί ακατάσχετη τραγελαφική νιρβάνα στον περίγυρό του.

Συνώνυμα: κουφέτο, νούμερο.

Μαντουλάτοοοοοοο.....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified