Πρόκειται για παραδοξολογική φράση (σαν το Αλβανός τουρίστας που κυκλοφορούσε πριν κάτι χρόνια) με την οποία περιγράφονται κάποιοι **ΕΠ**αγγελματίες **ΟΠ**λίτες που, αν και βασικά Επειδή Π**είνασαν **Ορκίστηκαν **Π**άλι και αποκλείεται να φτάσουν σε υψηλούς βαθμούς όπως αυτόν του ταξιάρχου, την είδαν παρόλα αυτά πολύ εξουσία μέσα στον στρατό για τις πενιχρές σαρδέλες που διαθέτουν.
(από εδώ)
«Επίσης στη θητεία μου στον ΕΣ, και ειδικά στο 289ΤΠ Σαμοθράκης, είχα την τύχη να γνωρίσω ένα νέο είδος ζωντανού, το οποίο δεν είχα την τύχη να συναναστραφώ ξανά στην ως τα τώρα ζωή μου. Τους ΕΠ.ΟΠ. (Επαγγελματίες Οπλίτες ή Επειδή Πείνασα Ορκίστηκα Πάλι ή Έφαγα Πόρτα Όπου Πήγα). Πρόκειται για μια ιδιαίτερη ράτσα θηλαστικού, συγγενική προς τον άνθρωπο αλλά με αρκετές διαφορές. Πρόκειται για πλάσματα εξαιρετικής ευφυϊας (όταν τα συγκρίνεις με άλλους αντίστοιχους μονοκύτταρους οργανισμούς), αν και για να είμαι ειλικρινής υπάρχουν και εξαιρέσεις που όμως απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα και τη γκαντεμιά τους να βρεθούν εκεί. Επίσης αν και ιεραρχικά βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με τον απλό φαντάρο, τιμής ένεκεν λαμβάνουν από τους φαντάρους (κάποιοι κακεντρεχείς λένε ειρωνικά αλλά διαψεύδονται) διάφορους βαθμούς, έτσι έχουμε ΕΠ.ΟΠ. Ταξίαρχο, ΕΠ.ΟΠ. Υποστράτηγο, ΕΠ.ΟΠ. Αντιστράτηγο και ΕΠ.ΟΠ. Στρατηγό (βαθμός στον οποίο δεν φτάνουν ούτε οι απόφοιτοι της Σχολής Ευελπίδων). Αυτό γίνεται ίσως γιατί το τουπέ και η συμπεριφορά τους (πολλοί πάλι κακεντρεχείς λένε όχι όμως και οι ικανότητές τους) συγκρίνονται με αυτές των αντίστοιχων τιμητικών βαθμών.»(από εδώ)
«Ακόμα κι αν οι φυλακές δεν μοιράζονται πια τόσο αφειδώς, υπάρχει ένας κύριος λόγος που οι φαντάροι δεν φοβούνται τους διοικητές κι αυτός είναι ότι κουμάντο κάνουν εν πολλοίς οι κατώτεροι αξιωματικοί και οι ΕΠΟΠ. Που είναι και το θλιβερό στην υπόθεση. Ο Ταγματάρχης παίζει generals και έξω λύνει και δένει ένας «ΕΠΟΠ-ταξίαρχος» που δεν ξέρει ούτε να γράφει το όνομά του.»(από εδώ)
«Ναι, αυτούς τους «επαγγελματίες»...
Που κατά 90% έχουν ύφος ΕΠΟΠ - Ταξίαρχος....
Υπάρχει και το άλλο «Επειδή Πεινάω, Όπλο Πιάνω» »