Λιγότερο γνωστός χαρακτηρισμός για παίκτη ομαδικού αθλήματος (συνήθως ποδοσφαίρου) που δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις των οπαδών και στα στάνταρντ της ομάδος.

Συνώνυμο του παλτό, ξυλοκόπος, κριάρι, «τσιμέντα» κ.α.

Εισήχθη στην slang γλώσσα από το ιερό τέρας της ΠΑΟΚτσήδικης οπαδικής κοινότητας, τον Νικόλα.

Αυτοί είναι καδρόνια ρε. Κα-δρό-νια. Δεν κάνουν για την ομάδα.

(από gchris, 21/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified