Λέγεται περί ατόμων ποταπών, που προσπαθούν να διαβάλουν άτομα ακέραιας ηθικής και χαρακτήρα, μεταφέροντας τους ευθύνες για πράξεις που δεν τους ανήκουν. Επειδή όμως -ειδικά σε μικρές κοινωνίες όπως αυτές των χωριών- ο κόσμος γνωρίζει πολύ καλά το ποιόν τους, δεν πείθεται.

Τα σκατά συμβολίζουν τις πράξεις για τις οποίες προσπαθούν τα εν λόγω κακόβουλα άτομα να αρνηθούν πως φέρουν ευθύνη.

Η χρήση της λέξης «ξερά» οφείλεται στην τάση αυτών των ατόμων να επαναλαμβάνουν συγκεκριμένες αρνητικές συμπεριφορές, με αποτέλεσμα να «ξεραθεί» η γνώμη του κόσμου για αυτούς, να παγιωθεί δηλαδή.

- Σου ξαναλέω, κυρα-Λένα μου. Άδειο το βρήκα το πορτοφόλι σου στο δρόμο, μα την παναγία! Κάποιος θα πήρε τα λεφτά και το άφησε.
- Άσ' τα αυτά Τιτίκα, ξερά σκατά σε αλλουνού τον κώλο δε χωράνε...! Σε ξέρω τι κουμάσι είσαι του λόγου σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified